Τρίτη 12 Αυγούστου 2008

Μνήμη Γιώργου Τσαγκάρη

…τον κάλλιο. Αυτόν παίρνει. Γιατί πονάει πιο πολύ.
Ο Γιώργος Τσαγκάρης, βρέθηκε στα καλλιτεχνικά πράγματα της πόλης μας, μόνο μερικούς μήνες κι όμως από την αρχή ήταν φανερή η διαφορά .
Βρέθηκε μπροστά στην υπνώτουσα (εκτός εξαιρέσεων) δημοτική πολιτιστική πραγματικότητα και κινώντας πραγματικά γη και ουρανό, άρχισε να δημιουργεί και να διδάσκει πολιτισμό, όχι από υποχρέωση, αλλά σαν από άμεση ζωτική ανάγκη.
Δεν είναι στόχος αυτού του σημειώματος, να αναφερθεί στα πεπραγμένα και στον πρότερο βίο του Γιώργου Τσαγκάρη, που έτσι κι αλλιώς είναι γνωστά σε όλους.
Έγραφε στον πρόλογο του βιβλίου που εξέδωσε για τον Ρήγα και τον Σολωμό : «Αφηρημένη έννοια η Ζωή χωρίς πράξεις Ζωής...» και για όσους από μας γνωρίσαμε τον Γιώργο και μας έκανε την τιμή να μοιραστούμε μαζί του τις αγωνίες του και τα όνειρα του, ήταν εμφανές ότι έκανε καθημερινά πράξη το «άνω θρώσκων» και ότι το πάθος για δημιουργία ήταν πάντα η κινητήρια δύναμή του. Ήταν ξένος με την "ελληνική πραγματικότητα", που θεωρεί τα ελαττώματα της αξίες.
Αφήνει ένα κενό στις πολιτιστικές δράσεις της πόλης αλλά και όλης της χώρας, που δύσκολα θα αναπληρωθεί.
Καλό σου ταξίδι Γιώργο


Δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες της Καλαμάτας την Τετάρτη 6/8/08

Πέμπτη 26 Ιουνίου 2008

Εκπαίδευση και παραοικονομία

« ΟΤΑΝ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ ,
ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…»

Είναι γενικά γνωστό και παραδεκτό ότι ο Έλληνας «θέλει να μάθει το παιδί του γράμματα».Προσπαθεί ακόμα κι από το υστέρημα του, να του δώσει τα εφόδια που χρειάζεται για να μπορέσει να ανταποκριθεί με αξιώσεις , στην ολοένα και πιο ανταγωνιστική αγορά εργασίας.
Αυτά τα γνωστικά εφόδια δεν έχει καταστεί δυνατόν μέχρι τώρα να δοθούν από το δημόσιο σχολείο. Οι αδυναμίες του δημοσίου σχολείου είναι δεδομένες και η ανάγκη εξωσχολικής βοήθειας επιβεβλημένη. Παρόλα αυτά υπάρχει παραδοσιακά μια αποδοκιμασία της μη τυπικής εκπαίδευσης από το κράτος και κάθε φορά η μεταρρύθμιση που εξαγγέλλεται έχει σαν leitmotiv την εξάλειψη της επάρατης παραπαιδείας. Αξίζει λοιπόν τον κόπο να βάλουμε το δάκτυλο επί τον τύπο των ήλων και να διαπιστώσουμε τι ακριβώς είναι αυτή η παραπαιδεία .

Έξω από το πρωινό δημόσιο δωρεάν σχολείο υπάρχουν :
α) Τα οργανωμένα φροντιστήρια. Αποτελούν νόμιμες επιχειρήσεις που λειτουργούν με άδεια από το Υπουργείο Παιδείας και μέσα στα πλαίσια του υγιούς ανταγωνισμού προσφέρουν με καθηγητές μεγάλης πείρας , υψηλής ποιότητας συμπληρωματική εκπαίδευση. Είναι αυτονόητο ότι είναι υποχρεωμένες να εκδίδουν όλα τα απαραίτητα παραστατικά και να πληρώνουν φόρους ,εισφορές εργαζομένων κ.λ.π.
Ενδεικτικό της ποιότητας παροχής γνώσεων από τους επαγγελματίες φροντιστές είναι το γεγονός ότι όλα τα εξωσχολικά βοηθήματα που χρησιμοποιούνται και στα σχολεία , έχουν γραφτεί από φροντιστές. Για να μην αναφερθούμε στους σύγχρονους μπορούμε να αναφέρουμε τους παλιότερους που ουσιαστικά δημιούργησαν βιβλιογραφία , όπως ο Μανωλκίδης στην Χημεία , οι Κανέλλος και Πάλλας στα Μαθηματικά , και αργότερα οι αδελφοί Σαββάλα στην Φυσική και πολλοί άλλοι.
β) Τα Ιδιαίτερα μαθήματα . Γίνονται κατ’ οίκον από καθηγητές που μπορεί να είναι αδιόριστοι ή διορισμένοι στο δημόσιο σχολείο, ή και απασχολούμενοι με μερική απασχόληση σε φροντιστήρια ή ιδιωτικά σχολεία. Σε όλες τις περιπτώσεις πρόκειται για μια κραυγαλέα περίπτωση παραοικονομίας. Το επιπλέον στοιχείο που έχει ενδιαφέρον είναι ότι αποτελεί και ποινικό αδίκημα για τους δημοσίους υπαλλήλους – καθηγητές οι οποίοι με βάση το άρθρο 16 και την παράγραφο 9 του άρθρου 13 του Νόμου 1566/85, απαγορεύεται ρητά να παραδίδουν μαθήματα με ή χωρίς αμοιβή.
Ποια όμως είναι η πραγματικότητα; Πάρα πολλοί καθηγητές του δημόσιου σχολείου με το δέλεαρ της προφορικής βαθμολογίας φτάνουν στο σημείο να εκβιάζουν έμμεσα γονείς και μαθητές και να δημιουργούν μια «πελατεία» με εξασφαλισμένη εχεμύθεια και το κυριότερο με την αίσθηση ότι δεν γίνεται και κάτι κακό. Απλώς προσφέρουν στον μαθητή επ’ αμοιβή το απόγευμα ,αυτά που θα έπρεπε να του παρέχουν δωρεάν το πρωί.
γ) Κρατικό φροντιστήριο. Το κράτος , αναγνωρίζοντας την αδυναμία του δημόσιου σχολείου να καλύψει τις μαθησιακές ανάγκες , δημιούργησε και συντηρεί προγράμματα ενισχυτικής διδασκαλίας και πρόσθετης διδακτικής στήριξης που λειτουργούν απογεύματα. Δεν θα αναφερθούμε επί της ουσίας , δηλαδή στην ποιότητα αυτού του είδους της παρεχόμενης εκπαίδευσης . Αρκεί η απαξιωτική γνώμη των ίδιων των μαθητών. Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι το γεγονός ότι το ίδιο το κράτος που κατηγορεί τα φροντιστήρια και ομνύει στην κατάργηση τους , στήνει κρατικά φροντιστήρια αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητά τους . Η λογική του παραλόγου σε όλο της το μεγαλείο.
Το πρόγραμμα αυτό χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και είχε σαν όρο να υλοποιείται σε ένα ποσοστό από το δημόσιο και το υπόλοιπο από ιδιωτικούς φορείς. Στην πράξη αυτό παρακάμφθηκε με την εποχιακή πρόσληψη μερικών αδιόριστων καθηγητών. Το αίτημα της Ομοσπονδίας Εκπαιδευτικών Φροντιστών Ελλάδος (Ο.Ε.Φ.Ε.) να δοθούν αυτά τα χρήματα με μορφή κουπονιών στους γονείς , ώστε να αποφασίσουν ελεύθερα ποιον προτιμούν για δάσκαλο των παιδιών τους, φυσικά απορρίφθηκε.
Πως είναι λοιπόν δυνατόν σε μια ανοικτή κοινωνία γνώσης και ελευθερίας της διδασκαλίας , το οργανωμένο φροντιστήριο να θεωρείται εκπαιδευτική παρέκκλιση, την στιγμή που το κράτος αποδέχεται μορφές πρόσθετης βοήθειας ποιοτικά μη συγκρίσιμες με αυτό , και αποσιωπά προκλητικά την παρανομία των δημοσίων υπαλλήλων;
Οι ιδιωτικές εκπαιδευτικές δαπάνες των ελληνικών οικογενειών αποτελούν ένα πολύ σημαντικό ποσοστό του οικογενειακού προϋπολογισμού που κυμαίνεται τα τελευταία χρόνια από 1,6% έως 2,4% και μας κατατάσσει πρώτους με υπερτετραπλάσια ποσοστά του μέσου όρου , μεταξύ των χωρών της Ε.Ε.
Η ετήσια έρευνα της Ι.C.Α.Ρ. προσδιορίζει το ποσό σε 1,8 δις ευρώ ετησίως με την επισήμανση ότι ένα πολύ σημαντικό μέρος των δαπανών αυτών γίνεται χωρίς παραστατικά, φόρους και εισφορές.

Η έρευνα του Ι.Ν.Ε. της Γ.Σ.Ε.Σ. για την εκπαιδευτική παραοικονομία (Φεβρουάριος 2005) έδειξε ανά νομό τα παρακάτω στοιχεία:

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ ΕΤΗΣΙΩΣ
Φροντιστήρια : 162.030.000 €

Ιδιαίτερα : 405.075.000 €

"Σύμφωνα με την ICAP τα ποσά είναι σχεδόν διπλάσια"

Πέρα από το γεγονός ότι πολλές έρευνες αμφισβητούν τα ιδιαίτερα μαθήματα ως προς την παιδαγωγική και μαθησιακή τους αποτελεσματικότητα , η έκταση του φαινόμενου έχει ανησυχήσει τους ιθύνοντες αλλά και όλους τους φορείς που νομίμως παρέχουν εκπαιδευτικές υπηρεσίες. Ο αθέμιτος ανταγωνισμός της
«μαύρης παιδείας» προσδιορίζεται στο 30% των μαθητών της δευτεροβάθμιας και σε απροσδιόριστα υψηλό ποσοστό μαθητών που καταφεύγουν σε μη νόμιμες υπηρεσίες για την εκμάθηση ξένων γλωσσών. Αν σε όλα αυτά προστεθεί και το γεγονός ότι η εκπαιδευτική αυτή παραοικονομία ασκείται άνευ ελέγχου και πιστοποίησης , με αποτέλεσμα να διδάσκουν Αγγλικά άνθρωποι χωρίς επάρκεια ή Ελληνικά και Μαθηματικά άνθρωποι χωρίς πτυχίο, προβάλλει αδήριτη η ανάγκη ρεαλιστικών λύσεων νομιμότητας.
Το φαινόμενο μπορεί να περιορισθεί αν η συντεταγμένη πολιτεία θεσπίσει και ενεργοποιήσει άμεσα :
• Κίνητρα φοροαπαλλαγής για τους γονείς των μαθητών που κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα με την κατάθεση νόμιμων παραστατικών.
• Εκστρατεία ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των συναλλασσόμενων, με αμοιβαία την ωφέλεια , καθώς στο χώρο της εκπαιδευτικής παραοικονομίας είναι εγκλωβισμένοι χιλιάδες καθηγητές οι οποίοι αναζητούν ασφάλιση εναγωνίως από παράπλευρες ενασχολήσεις ως ωρομίσθιοι, ως αναπληρωτές και στα φροντιστήρια.
• Ενεργοποίηση του θεσμικού πλαισίου που απαγορεύει ρητά την «μαύρη παιδεία» εκείνων που παρανομούν και στρατολογούν την πελατεία τους με το δέλεαρ της προφορικής και γραπτής βαθμολογίας.
Η παθογένεια της εκπαίδευσης στην Ελλάδα είναι γνωστή σε όλους. Η έκταση του φαινομένου ίσως δεν έχει γίνει αντιληπτή από το ευρύ κοινό λόγω της διασποράς του. Σε άρθρο του στο Βήμα της Κυριακής 23ης Ιουλίου 2006 ο Γιάννης Μαρίνος καταθέτει χωρίς περιστροφές τις απόψεις του για τους εκπαιδευτικούς µας παραλογισμούς. Αφού διαπιστώνει μια γενική συνωμοσία σιωπής για τα παράνομα ιδιαίτερα μαθήματα διερωτάται: «Σε τι διαφέρει το περιβόητο φακελάκι των γιατρών από το ιδιαίτερο μάθημα του καθηγητή προς τον μαθητή που είναι και δάσκαλός του στο σχολείο και που αναπόφευκτα παρέχει υψηλότερους βαθμούς µε άνομο χρηματικό αντάλλαγμα;»
Το ερώτημα είναι: Γιατί αυτή η συνωμοσία σιωπής ;


Δημοσιευτηκε στην ενημερωτική εκδοση του Επιμελητηρίου Μεσσηνία "Επιχειρώ" τον Άυγουστο του 2007

Παρασκευή 23 Μαΐου 2008

"Για όσα δεν μπορουμε να μιλήσουμε πρέπει να σιωπούμε"
L. Wittgenstein














Η εικόνα αποτελεί προσφορά του Δημήτρη Ζέρβα




















Τετάρτη 21 Μαΐου 2008

Το να γνωρίζουμε και να σκεφτόμαστε δεν σημαίνει να φτάσουμε σε μια απολύτως βέβαιη αλήθεια, σημαίνει να διαλεγόμαστε με το αβέβαιο.
"Edgar Morin"


Είναι γνωστό ότι ο άνθρωπος χρησιμο­ποιώντας τη γενετική του αποσκευή και έχοντας σαν κύριο στόχο την αναπα­ραγωγή και την επιβίωσή του, που άλλωστε είναι και στόχος όλου του ζωικού βασιλείου, αποδέχτηκε μια «συμμαχία» με τη φύση, η οποία στις χιλιετίες που πέρασαν έγινε μέρος του γενετικού του κώδικα, δηλαδή έμφυτο χαρακτηριστικό. Αυτή η συμμαχία με βάση την οποία τα βουνά, τα δάση και οι άλλοι ζωντανοί οργανισμοί του επέτρεψαν την επιβίωση, είναι το ένα τμήμα του χαρακτήρα του ανθρώπου. Το άλλο τμήμα αποτελείται από τα επίκτητα χαρακτηρι­στικά που οφείλονται στην συσσωρευμένη εμπειρία και συμπληρώνει ικανοποιητικά την εικόνα, του homo Sapiens.
Να όμως που στον 20ό αιώνα αυτά τα επίκτητα χαρακτηριστικά (εμπειρία, επιστήμη, φιλοσοφική σκέψη) έρχονται να αρνη­θούν την προγονική αυτή συμφωνία και να ισχυρι­στούν ότι η μοίρα του ανθρώπου δεν ταυτίζεται με τη μοίρα του περιβάλλοντός του. Ισχυρό επιχείρημα υπέρ της διαφορετικότητας αποτελεί η παραδοχή της μοναδικότητας του ανθρώ­που. Το «παράδοξο» όπως έχει χαρακτηριστεί της παρουσίας του ανθρώπου πάνω σε τούτο τον πλανήτη έχει απασχολήσει τους επι­στήμονες και για πολύ καιρό υπακούοντας σε μια μεταφυσική λογική δημι­ούργησαν θεωρίες που δεχόντουσαν τη μοναδικό­τητα του φαινομένου. Ο άνθρωπος είναι μόνος μέσα σ’ ένα σύμπαν το οποίο σύμ­φωνα με την ανθρώπινη αρχή γεννήθηκε διότι υπάρ­χει ο παρατηρητής – άνθρωπος. Είμαστε σύμφωνα μ’ αυτήν την αρχή και λιγάκι υπαίτιοι της ύπαρξης του σύμπαντος άρα οι σχέσεις ισορροπίας μετατοπίζονται σε μια σχέση κατοχής αφού το σύμπαν μας οφείλει την ύπαρξή του.
Τώρα πια δυστυχώς για όλους αυτούς τους μεγαλοϊδεατισμούς γνωρίζουμε ότι ένα συμβάν στο σύμπαν που αποτελείται από άπει­ρους γαλαξίες με πολλές γειτονιές σαν την δική μας έχει μια πιθανότητα να πραγματοποιηθεί την οποία υπολογίζουμε. Έτσι η πιθα­νότητα ύπαρξης μιας άλλης γης όπου κάποια έλλογα όντα ζουν, ερωτεύονται και πεθαίνουν είναι ακριβώς ίδια με τη δική μας. Κανένα «ξεχωριστό» φαινόμενο (κι η γένεση ζωής πάνω στη γη είναι τέτοιο) δεν μπορεί να υπάρχει σ’ αυτό το ισότροπα αδιάφορο σύμπαν που εξακολουθεί τη διαστολή του αγνοώντας τις υπαρξια­κές μας ανησυχίες.
Η ανώμαλη προσγείωση στην παραδοχή της ασημα­ντότητας θα μπορούσε να προσφέρει πολλά στο σύγ­χρονο άνθρωπο, ο οποίος κληρονόμησε, όχι από παραξενιά της φύσης, αλλά από απόλυτα λογική εξέλιξη, τη δυνατότητα σκέψης, που είναι ταυτόχρονα πηγή χαράς και παραγωγός αγω­νίας.
Ο άνθρωπος, το μοναδικό έλλογο ον πάνω σε τούτο τον πλανήτη είναι και ο μόνος που σκοτώνει όχι για να τραφεί αλλά για την χαρά του φόνου. Είναι ο μόνος που τρέφεται, αφή­νοντας άλλους να πεθαί­νουν από πείνα αγνοώντας σκόπιμα το παράδειγμα όλου του ζωικού βασιλείου, που λειτουργεί αρμονικά φροντίζοντας ενστικτωδώς την αναπαραγωγή και τη διατήρηση του περιβάλλο­ντος.
Στον κατακτημένο πλανή­τη ανυψώνονται αναρίθμη­τοι πύργοι της Βαβέλ όχι πια από πλίνθους αλλά από στοιβαγμένη τεχνολογική γνώση η όποια άκριτα χρη­σιμεύει να πάμε σε όλο και πιο δυσθεώρητα ύψη.
Ο αιώνας μας, αιώνας της εκρηκτικής προόδου της επιστήμης στερείται από κάτι βασικό. Λείπει το απα­ραίτητο φιλοσοφικό υπόβα­θρο πάνω στο οποίο θα μπορούσαμε να στηριχτούμε. Λείπει με λίγα λόγια όχι το πώς αλλά το γιατί. Δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή δομημένη σκέψη που να εξηγεί με λογικό τρόπο τις ανθρώπινες δράσεις και να προτείνει τρόπο συμπεριφο­ράς.
Η αναζήτηση της αλήθειας ήταν το φιλοσοφικό πρό­βλημα άλλων εποχών. Το μεγάλο σφάλμα είναι η μη αναζή­τηση του λάθους. Το λάθος είναι που πρέπει να αναζητηθεί και να μελετηθεί ώστε να διερευνηθεί η πορεία του ανθρώπινου γένους.
Από τη Βιομηχανική Επα­νάσταση και μετά ο σκεπτό­μενος άνθρωπος παραχωρεί σιγά – σιγά τη θέση του στον άνθρωπο – χειριστή. Έχοντας την ψευδαίσθηση ότι απο­κτάμε ελευθερία μέσω των μηχανών μετατρεπόμαστε όλο και πιο πολύ σε εξαρτή­ματα μηχανών οι οποίες με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, μας χρειάζονται όλο και λιγότερο.
Επειδή το πρωταρχικό στοιχείο έχει αναγορευθεί να είναι το οικονομικό κόστος ακόμη και η εκπαί­δευση υπακούοντας σ’ αυτό, προσανατολίζεται στην παραγωγή πνευματικά περιορισμένων ειδικών και πρέπει να γίνει σαφής διάκριση ανάμεσα σ’ αυτό που λέμε τεχνοκράτη και σ’ αυτό που σήμερα αναπαράγουμε και ονομάζουμε ειδίκευση. Ο τεχνοκράτης είναι ο άνθρω­πος ο οποίος ευσυνείδητα αντιμετωπίζει τα ανθρώπινα απ’ την σκοπιά της μηχανής χωρίς να του λείπει η γενική μόρφωση την οποία και ανα­ζητά και συμπληρώνει. Ο πνευματικά περιορισμένος ειδικός θα εφαρμόσει αυτά που του έμαθαν, αβασάνι­στα, διότι δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά.
Θα περίμενε κανείς ότι η υλική ευημερία στην οποία οδήγησε τον άνθρωπο η τεχνολογία θα έφερνε την ποθητή ευτυχία αλλά καθη­μερινά διαπιστώνουμε ότι δεν είναι έτσι. Τα υπαρξιακά αδιέξοδα δεν λύνονται με την κατανάλωση και η ανθρωπότητα έχει οδηγηθεί σε μια αποχαύνωση και μια απίστευτη μοιρολατρία η οποία διαπιστώνεται πολύ εύκολα. Αντανάκλασή της είναι τα τηλεοπτικά προ­γράμματα που απορροφούν τον «ελεύθερο» χρόνο.


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ελευθερία" της Καλαμάτας το 2000
Αυτό που ανα­ζητάει κανείς από διαίσθηση στη διάρκεια μιας ολόκληρης ζωής το κατανοεί αργότερα σε πολύ ωριμότερα χρόνια...
"Γιατί η Ελλάδα;"
Jacqueline de Romilly


Επέρχονται Ολυμπιακοί Αγώνες. Οι μαθητές του Δημο­τικού έχουν μπει ήδη σε διαδικασία ολυμπιακής εκπαίδευσης. Αυτή η φιέστα των πολυεθνι­κών εταιρειών που έχει σαν κυρίαρχο στόχο το οικονομικό όφελος κάποιων πολύ λίγων και συγκεκριμένων αποκτά και ιδεολογική κάλυψη.
Τούτος ο τόπος με τα χιλιάδες προβλήμα­τα απόκτη­σε έτσι κι άλλο ένα που θα τον ταλαιπωρεί για χρόνια, φυσικά και μετά το τέλος των αγώνων.
Θα συμβεί μια υπερσυγκέντρωση κονδυλίων και έργων στην Αττική που θα βουλιάξει από κόσμο για ένα διάστημα κι όλη η υπόλοιπη Ελλά­δα θα χαζεύει «μαγεμέ­νη» μεσ’ την εγκατάλει­ψή της.
Οι αρχαιολογικοί χώροι και τα μνημεία που θα δεχτούν τις ορδές των επισκεπτών επιτέλους θα αποσβέσουν ένα μέρος απ’ τη χασούρα που έχουν δημιουργήσει τόσα χρό­νια με το να μην επιτρέ­πεται να κοπούν σε οικόπεδα. Στον Μαρα­θώνα θα φτιαχτεί το κωπηλατοδρόμιο. Το ότι σ’ εκείνο τον τόπο έγινε μια μάχη πριν δυόμισι χιλιάδες χρόνια δεν έχει πια και μεγάλη σημασία. Άλλωστε την θυμάται κανένας από μας; Ο Υπουργός Πολι­τισμού χαρακτήρισε ξενοφοβική την άποψη ότι εκεί σταμάτησε η επιδρομή της Ασίας στην Ευρώπη. Ας χτί­σουμε λοιπόν από πάνω ένα κωπηλατοδρόμιο και κάμποσες εξέδρες. Γιατί όχι να μην στρώ­σουμε και ταρτάν στην Ολυμπία;
Κατηγορούμε τους Άγγλους και άλλους που έκλεψαν από τού­τον τον τόπο ό,τι μπόρε­σαν. Είναι γνωστό ότι το βασικό τους επιχεί­ρημα είναι ότι τα μνη­μεία που έχουν μαζέψει τα προσέχουν καλύτε­ρα.
Σ’ αυτή τη γωνιά της γης έχει συμβεί αυτό που δε συνέβη πουθενά αλλού. Επίθεση στη μνήμη. Η βαλκανική χερσόνησος δέχτηκε απανωτά κύματα εισβο­λέων οι οποίοι βρίσκο­ντας τον τόπο καλό εγκαταστάθηκαν και αφομοιώθηκαν με τους ντόπιους που μπορεί βέβαια να ’χαν κατέβει λίγα χρόνια πριν και δημιούργησαν ένα χαρ­μάνι κοινω­νικό που όμως είχε πάντα την αίσθηση, ζώντας δίπλα σε σπασμένες κολόνες και αρχαία θέα­τρα κι αγάλ­ματα που όταν η βροχή ξέπλενε τα χώματα ξεπρόβαλ­λαν ζητώ­ντας αποκατάσταση, ότι ζούσαν σ’ έναν τόπο που κάποτε έζησαν μεγάλοι άντρες που είχαν πει πράγματα θαυ­μαστά.
Τώρα έχει αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση. Δεν αρκεί να υπάρχουν τα μνημεία. Πρέπει να μπορούν να αντισταθμί­ζουν οικονομικά το κόστος ύπαρξής τους. Στους προηγούμενους Ολυμπιακούς Αγώνες το μετάλλιο είχε χαραγμέ­νο πάνω του το Κολοσσαίο.
Πόσα απ’ αυτά τα παι­διά που πήγαν στο Σίδνεϊ και πήραν το πολυπόθητο μετάλλιο, το κοίταξαν και αναρωτή­θηκαν γιατί το σύμβολο της νίκης τους είναι ένα αρματοδρόμιο βαμμένο στο αίμα και χορτασμέ­νο από θηριωδία; Η μνήμη απαιτεί να υπάρ­χουν τα κτήρια και τα μνημεία. Αν γκρεμιστούν τα κρεματόρια του Άουσβιτς θα ’ρθει μια μέρα που κάποιοι θα πουν ότι δεν υπήρξαν ποτέ. Δεν μπορούν όμως να σηματοδοτούν τα πάντα.
Ποιο θα ’ναι το έμβλη­μα στο μετάλλιο της Αθήνας; Αν και είναι προτιμότερο να μην το ζαλίζουμε και πολύ. Ας δοθεί το σήμα όποιας πολυεθνικής δώσει τα πιο πολλά.


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ελευθερία" της Καλαμάτας το 2000
Οι άνθρωποι δε γίνονται άνθρωποι παρά μόνο μέσω της μετοχής τους σε μια ορι­σμένη ολική κοινωνία, σε μια συγκεκριμένη κοινωνία"Jean – Jacques Rousseau"

Ο εικοστός αιώνας ήταν αυτός στον οποίο επιταχύνθηκε τρομα­κτικά η επιστήμη. Κατά τον Ε. Husserl δεν υπάρχει ίσως σ’ ολόκληρη τη ζωή κατά τους νεότερους χρόνους, ιδέα πιο δυνατή που να προχωρά πιο ακάθεκτα, απ’ αυτήν της επιστήμης.
Η ανθρωπότητα, δρέπει ταυτόχρονα τους καρπούς αυτής της κούρσας. Πλουσιοπάροχα η επιστήμη ανταμείβει αυτούς που επένδυσαν σ’ αυτήν. Σήμερα, τιθασευμένα τα μυστικά των φυσι­κών νόμων παρέχουν στους ανθρώπους δυνατότητες, που μερικούς αιώ­νες πριν ήταν αδιανόητες. Τομείς όπως η υγεία, η διατροφή και η επικοινωνία έχουν λύσει προβλήματα που ταλανί­ζουν την ανθρωπότητα.
Βέβαια κάθε φυσική επιστήμη είναι ως προς τα αφετηριακά της σημεία απλοϊ­κή. Η φύση που πρέπει να ερευνηθεί είναι απλούστατα εδώ. Είναι αυτονόη­το ότι υπάρχουν πράγματα ακίνητα ή κινούμενα προσδιο­ριζόμενα στο χώρο από την χρονικότητά τους. Έτσι η επι­στήμη έχει ως στόχο να γνωρίσει αυτά τα πράγματα με τρόπο αντικειμε­νικό, λιτό και έγκυ­ρο, στη συνέχεια δε, να τα χρησιμοποιή­σει. Η πολυπλοκότη­τα την οποία μελετά έχει πάντα να κάνει με το άγνωστο που πρέπει απλά να μετατραπεί σε γνωστό. Πάντα το ζητούμενο είναι το μαθηματι­κό μοντέλο που ερμηνεύει το φαινόμε­νο. Ακόμα κι όταν το υποατομικό σωμα­τίδιο συμπεριφέρεται «περίεργα», επεμ­βαίνει η στατιστική και η πιθανοκρατική λογική το εγκλωβίζει και το ελέγχει.
Η επιστημονική ανακάλυψη του κόσμου έχει σαν προϋπόθεση την απόρριψη όλων των ιδιοτήτων στις οποίες δεν μπορεί να εφαρμοστεί το φυσικό μέτρο. Η επικίνδυνη αυτή προ­σέγγιση της πραγματικότητας η οποία οφείλεται στην απλοϊκότητα της σκέ­ψης της επιστημονικής κοινότητας καθώς και στα θέσφατα που επιβάλλει, πρέπει να ληφθούν πολύ σοβαρά υπ’ όψιν. Υπάρχουν πάρα πολλά παραδείγ­ματα στον αιώνα που πέρασε, όπου επιτεύγματα της επιστήμης που διαφη­μίστηκαν υπέρμετρα και επαγγέλλονταν θεαματικές βελτιώσεις, φάνηκαν στην πορεία όχι μόνο ότι οδηγούσαν σε αδιέξοδα αλλά είχαν και πολύ οδυ­νηρές συνέπειες. Η χρήση της πυρηνι­κής ενέργειας είναι ένα απ’ αυτά. Είναι πια γνωστό ότι η φθηνή ενέργεια είναι μύθος. Το οικονομικό ισοζύγιο των πυρηνικών αντιδραστήρων σε παγκό­σμια κλίμακα είναι αρνητικό, χωρίς μάλιστα να συνυπολογισθούν τα προ­βλήματα που δημιούργησαν. Έτσι η ανθρωπότητα έχασε τελικά, πολλαπλά από μία επιστημονική πρόταση που άλλα είχε υποσχεθεί.
Ήδη ζούμε την εποχή της επικοινω­νίας και της πληροφόρησης. Τα αποτε­λέσματά της θα κριθούν από την επό­μενη γενιά. Είναι ερώτημα όμως αν θα έχει η ανθρωπότητα τη δυνατότητα να κρίνει. Έχουμε πρόσβαση σε ελεγχόμενη πληροφόρηση ή ακόμα χειρότερα σε υπερπληροφόρηση που λειτουργεί σκοταδιστικά. Ο καταιγισμός πληροφο­ριών που είναι αδύνατον να αφομοιω­θούν και να χρησιμέψουν συνεπικου­ρούμενος από την κοινωνική αμνησία λειτουργεί τελικά σαν μηχανισμός από­κρυψης της πληροφορίας.
Από την άλλη πλευρά η επικοινωνία φέρνει ομογενοποίηση και η πολυσυζη­τημένη συνύπαρξη διαφορετικών πολι­τισμών και η διατήρηση πολιτιστικών διαφορών είναι απλά ένα παραμύθι.
Οι διαφορές στις κουλτούρες αναπτύ­χθηκαν, κακά τα ψέματα, λόγω των αποστάσεων και σχεδόν μηδενικής επι­κοινωνίας των ανθρώπων. Μέχρι τα μέσα του εικοστού αιώνα ο μόνος τρό­πος επαφής των απλών ανθρώπων με ήθη και έθιμα άλλων λαών ήταν ο πόλε­μος και το εμπόριο. Κοινές ρίζες εθί­μων υπήρχαν βέβαια (που όμως είχαν αναπτυχθεί διαφο­ρετικά) σε όλους τους λαούς ευρύ­τερων περιοχών και αποτελούν αντικείμενο έρευ­νας για τους ανθρωπολόγους και τους ιστορι­κούς.
Με την επικοινω­νία απομακρύνο­νται φαινόμενα ρατσισμού και φόβοι απέναντι στον άλλο που είναι διαφορετικός διότι παύει σιγά – σιγά να ’ναι διαφορετικός κι αυτό είναι το θετικό της υπόθεσης. Το αρνητικό είναι ότι όχι μόνο δε διατη­ρούνται τα έθιμα αλλά ούτε καν γεννιώνται καινούργια, κάτι που θα ήταν αναμενόμενο. Το είδος της επαφής που αναπτύξαμε φέρνει ταυτόχρονα και την απομόνωση, όχι πια σε μικρές κοι­νότητες, αλλά σε προσωπικό επίπεδο. Η επιστήμη που την αφήσαμε ανεξέλε­γκτη να γεννήσει μια τεχνολογία με αλόγιστη χρήση, μας έκλεισε σε επι­χρυσωμένα κλουβιά.
Προκαλεί θλίψη το γεγονός ότι ο πολιτισμός νοείται πλέον ως θέαμα κι όχι ως πρόταση ζωής ως θα όφειλε για να μην αναφερθούμε στις παρωδίες αναβίωσης εθίμων που τις περισσότε­ρες φορές θα ’ταν καλύτερο να τα αφήσουν να σβήσουν ήσυχα και να μείνουν μόνο σαν μελετήματα κάποιων ειδικών μέσα από λαογραφικές έρευνες. Το «άρτον και θεάματα» βρίσκει απόλυτη εφαρμογή στην High–Tec κοινωνία μας αφού το μεγαλύτερο μέρος του ελεύ­θερου χρόνου σπαταλιέται στην τηλεό­ραση και στα σούπερ–μάρκετ τροφί­μων.
Τέλος, αν προσμετρήσουμε από τη μία την ιλιγγιώδη ταχύτητα με την οποία εξελίσσεται η τεχνολογία και η οικονομία και το γεγονός ότι πλέον αποτελούν αυτοτελείς στόχους κι όχι εργαλεία ζωής, κι απ’ την άλλη τη γενικευμένη άποψη ότι ζούμε σ’ έναν κόσμο όπου η διαφθορά και η έλλειψη αξιών έχουν πάψει να ενοχλούν, το μόνο που μένει να δεχτούμε είναι ότι βλέπουμε μια παρακμιακή κοινωνία που έχει αναγάγει την παρακμή σε ιδεατό.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ελευθερία" της Καλαμάτας το 2000
Ξεχνάτε ότι οι καρποί ανήκουν σε όλους και ότι η γη δεν ανήκει σε κανέναν
"Jean–Jacques Rousseau"


Ο Ναπολέων Βοναπάρτης ήταν ο πρώτος στρατιωτικός, ο οποίος υπολόγιζε εκ των προτέρων τις απώλειες του στρατού του και με βάση αυτό καθόριζε τα εφόδια για σίτιση μετά τη μάχη. Αυτό θεωρήθηκε ψυχρός και ανηλεής υπολογισμός παρ’ ότι ήταν απόλυτα λογικό, διότι κανείς απ’ τους εμπλεκόμενους σε έναν πόλεμο δεν πάει στο μέτωπο πιστεύοντας ότι θα σκοτωθεί. Είναι σίγουρο ότι, αν σε μια ομάδα ανθρώπων αποδείξεις ότι δεν έχουν καμία ελπίδα να επιβιώσουν, το πολεμικό μένος τους θα σβήσει γρήγορα, ειδικά αν πρόκειται για στρατό επι­τιθέμενο.
Ο σχεδιασμός των όπλων σε όλη την ανθρώπινη ιστορία στοχεύει πάντα στην προστασία του δικού σου και στην εξουδετέρωση του αντίπαλου. Αυτή η λογική δημιούργησε τις ασπίδες κάθε είδους.
Σήμερα βλέπουμε να μεταβάλλεται αυτή η λογική και αντι­μετωπίζουμε το παράλογο εκ πρώτης όψεως, να παράγονται όπλα τα οποία κυριολεκτικά σκοτώνουν και τους αντί­παλους αλλά και αυτούς που τα χρησι­μοποιούν. Ο πόλεμος του Κόλπου άφησε πίσω τους Αμερικανούς στρα­τιώτες καρκινοπαθείς διότι χρησιμοποί­ησαν βλήματα απεμπλουτισμένου ουρανίου. Αν ήταν απλώς λάθος, θα περίμενε κανείς την απόσυρσή τους. Κάτι τέτοιο όμως δε συνέβη. Στη Γιου­γκοσλαβία χρησιμοποιήθηκαν ξανά και τα κράτη – μέλη του NATO έχουν γεμί­σει τις αποθήκες τους μ’ αυτά. Τώρα που αρχίζει σιγά – σιγά να εμφανίζεται το πρόβλημα, αμήχανοι ηγέτες – διαχει­ριστές εξουσίας σε όλα τα δυτικά κράτη προσποιούνται άγνοια. Φυσικά αυτό δεν πείθει. Η γνώση των συνεπει­ών χρήσης ραδιενεργών υλικών είναι χρόνια τώρα δεδομένη. Και εν πάση περιπτώσει αν αγνοείς τις συνέπειες ενός υλικού, πρώτα το μελετάς και μετά το χρησιμοποιείς. Άρα μη αποδε­χόμενοι την άγνοια καταντάμε να δεχτούμε το σκόπιμο αυτής της ιστο­ρίας.
Αυτό που πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν μας είναι ότι έχουν αλλάξει και οι στό­χοι ενός πολέμου. Όταν οι πόλεμοι γινόντουσαν για κατακτήσεις εδαφών και μέχρι και τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο έτσι ήταν τα πράγματα, τους επιτιθέμε­νους τους ενδιέφερε η εξουθένωση των αντιπάλων αλλά και η χρήση της κατακτημένης περιοχής, άρα η καλή της κατάσταση.
Τώρα ο πόλεμος γίνεται για να επι­βληθεί οικονομική κυρίως εξόντωση στον αντίπαλο, άρα δεν ενδιαφέρει η ερήμωση ή όχι μιας περιοχής.
Πόσω μάλλον που η καταστροφή των προϊόντων μιας περιοχής αυξάνει τις τιμές των δικών σου προϊόντων. Άρα η μόνιμη καταστροφή είναι ό,τι «καλύτε­ρο».
Τον τελευταίο καιρό βιαστικές από­ψεις κάθε είδους έχουν ακουστεί για το όλο θέμα. Είναι δεδομένο ότι το ισότο­πο του ουρανίου – 238 είναι φτηνό υλικό διότι προκύπτει ως απόβλητο μετά τον διαχωρισμό του απ’ το ουρά­νιο – 235. Είναι υλικό ραδιενεργό με χρόνο ημιζωής τεσσεράμισι δισεκατομ­μύρια χρόνια. Εκείνο όμως που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό είναι ότι χρησι­μεύει για την παραγωγή πλουτωνίου, με μια διαδικασία μεταστοιχείωσης, με ενδιάμεσα στοιχεία το ουράνιο –239, το ποσειδώνιο και εν τέλει το πλουτώνιο. Αυτό το τελευταίο διαχωρίζεται απ’ το ουράνιο με χημικές μεθόδους, είναι ισχυρά ραδιενεργό με χρόνο ημιζωής εικοσιτέσσερις χιλιάδες χρόνια, χρησι­μεύει δε, κυρίως, για πολεμικούς σκοπούς, δηλαδή για κατασκευή ατομικής βόμβας. Το απόβλητο που απομένει μετά απ’ όλες τις παραπάνω διαδικασίες είναι το ουράνιο – 238 των βλημάτων. Και ποια ή περιεκτικότητα του σε υπολείμματα σε άλλα βαρέα μέταλλα μετά απ’ τον διαχωρισμό του απ’ αυτά; Όταν μάλιστα είναι γνωστό ότι σε ένα διαχωρισμό δεν ενδιαφέρει η καθαρότητα του αποβλήτου.
Η χρήση του σε οπλικά συστήματα έλυσε εν μέρει το πρόβλημα της απο­θήκευσής του, μ’ άλλα λόγια όλος ο πλανήτης μετατρέπεται σε μια δυνάμει χωματερή για τοξικά και ραδιενεργά απόβλητα, εκτός βέβαια από αυστηρά προστατευόμενες, νησίδες άλλης ποιό­τητας ζωής. Είναι γνωστό δηλαδή ότι η Αμερική δεν κάνει ούτε δοκιμές σ’ αυτά τα όπλα στο έδαφός της. Τώρα βέβαια το να πεθάνουν και μερικές χιλιάδες στρατιώτες (βλέπε πολίτες β΄ κατηγο­ρίας) μετά, δεν είναι και τόσο φοβερό. Το μόνο που πρέπει να πάει καλά είναι οι δείκτες οτιδήποτε κι αν δείχνουν.
Αυτή είναι η μία όψη του νομίσματος. Απ’ την άλλη έχουμε μια Ευρώπη γερα­σμένη που δεν μπορεί να αρθρώσει λόγο και διοικείται από ηγέτες μικρούς, οι οποίοι διαφεντεύουν λαούς και όχι πολίτες. Οι δεκαετίες του ’60 και του ’70 έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Όλη εκείνη η αμφισβήτηση που ταρακουνούσε τον κόσμο για πολύ μικρότερα προβλήματα, σήμερα έχει απορροφηθεί απ’ το σύστημα. Οι άνθρωποι δεν εργάζονται. Δουλεύουν. Και περνούν τις λίγες ελεύθερες ώρες τους βυθισμένοι σ’ έναν καναπέ μπρο­στά σε μια τηλεόραση μ’ ένα κιβώτιο μπίρες δίπλα, τους. Κι όσοι δεν το ’χουν πετύχει, αυτό ονειρεύονται.
Έτσι όταν πέφτουν βόμβες το μόνο που ενδιαφέρει είναι να μην πέφτουν στη γειτονιά μας. Όταν συμβεί κι αυτό κάνουμε μετρήσεις στα σύνορα. Τα υποατομικά σωματίδια όμως και η ραδιενεργός ακτινοβολία δε γνωρίζουν σύνορα.


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ελευθερία" της Καλαμάτας το 2000

Τρίτη 20 Μαΐου 2008

Όταν όλοι σκέφτονται τα ίδια, κανένας δεν σκέφτεται πολύ.
"Walter Lippmann (1889–1974)"


Έχουμε και λέμε: Το βοδινό κρέας λόγω σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας, στο πυρ το εξώτερο, τα κοτόπουλα με τις διοξίνες στην πάντα. Τα λαχανικά και τα φρούτα ή θα ’χουν περίσ­σεια φυτοφαρμάκων ή θα ’ναι μεταλλαγμένα. Αν λιπάνετε τα ελαιόδενδρα με φουσκί από ορνιθοτροφείο, στο λάδι «περνάει» το αντιβιοτικό που έχουν δώσει οι κτηνίατροι στα κοτόπουλα. Τα όσπρια και οι ξηροί καρποί κατη­γορούνται για ωχρατοξίνες και αφλατοξίνες. Δεν το γνωρίζατε; Θα βγει μετά από λίγο καιρό στον «αέρα» με την σειρά του. Το ψωμί περιέχει βελτιωτικά. Το νερό; Αν δεν έχει νιτρικά άλατα, σε λίγο θα ’ναι γλυφό διότι με την υπεράντληση, εισχω­ρεί η θάλασσα στα υπόγεια ρεύματα. Βλέ­πετε να ’χουν απομείνει σπουδαία πράγ­ματα για κατα­νάλωση, τα οποία με αίσθη­ση ασφάλειας θα μπορείτε να χρησιμοποιήσε­τε; Δεν πειρά­ζει. Έτσι κι αλλιώς μας αρκεί το περιτύλιγμα. Το κακό είναι ότι η διατροφή δεν γίνεται virtual.
Αν προσπαθήσουμε να δούμε σοβαρά το οικολογικό πρόβλημα, θα διαπιστώσουμε ότι όλα τα παραπάνω που αφορούν την δια­τροφή είναι ένα τμήμα του προ­βλήματος το οποίο απ’ ότι φαίνε­ται δεν είναι δυνατόν πλέον να λυθεί. Και δεν υπάρχει πια λύση διότι ο άνθρωπος έφτασε τον πλα­νήτη στα όριά του έχοντας κατα­σκευάσει έναν τρόπο ζωής που συνεχώς οξύνει το πρόβλημα χωρίς να αφήνει διεξόδους.
Δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για επιστροφή σε μια ποιότητα ζωής άλλου τύπου, όταν συνεχίζουμε να λειτουργούμε σαν «αστικά ζώα» έχοντας διογκώσει ανάγκες που θα μπορούσαν να μην υπάρχουν. Είναι τραγικό το γεγονός ότι σημαντικός κλάδος της οικονο­μίας συντηρείται από την κατασκευή κάθε είδους περιτυλίγμα­τος ή ακόμα χειρότερα πολλές φορές το πραγματικό κόστος του περιτυλίγματος είναι μεγαλύτερο απ’ αυτό του περιεχομένου, κι όταν μιλάμε για κόστος δεν εννο­ούμε μόνο το άμεσα οικονομικό.
Ταυτίσαμε την ποιότητα με την ευκολία, όμως αποδεικνύεται ότι αυτή η εξίσωση δεν ισχύει. Μάλ­λον ισχύει η αρχή του Αρχιμήδη τηρουμένων των αναλογιών. Ό,τι χάνουμε σε ποιότητα ζωής το κερ­δίζουμε σε ευκολία, και είναι γνω­στό ότι δεν μπορεί κάποιος να γλιτώσει χρησιμοποιώντας σαν ασπίδα την οικονομική άνεση που μπορεί να ’χει: Δεν προφυλάσσε­ται ούτε απ’ τις διοξίνες ούτε απ’ την υφαλμύρωση του νερού ούτε απ’ την τρύπα του όζοντος. Στην επιστήμη θεωρητικά, μελετάμε κλειστά συστήματα δηλαδή σύνολα στα οποία δεν υπάρχουν εξω­τερικές επιρροές και τότε τα πράγματα είναι προβλέψιμα και πάνε μια χαρά. Δυστυχώς εδώ δεν πρόκειται για κάτι τέτοιο. Το σύστημα είναι ανοιχτό και μόνο η παραίτηση απ’ το κέρδος θα μπο­ρούσε να επιφέρει αποτελέσματα. Το όποιο κέρδος χρόνου, άνεσης, χρήματος το πληρώνεις τελικά σε κάποιο άλλο επίπεδο.
Οι νέες τεχνολογίες είναι σε θέση να ανατρέψουν πολλές απ’ τις συνθήκες διαχείρισης του περιβάλλοντος και να βελτιώ­σουν την ζοφερή εικόνα. Έχουν όμως το μειονέκτημα ότι δεν συμφέρουν. Δεν παράγεις τόνους από ομοιόμορφα και απολύτως υγιή φρούτα με βιο­λογικές καλλιέρ­γειες. Θα πρέπει να πάρουν και τα έντομα το μερτι­κό τους. Έτσι παρ’ ότι γίνεται πολλή κουβέντα γι’ αυτές, μένουν στην αφάνεια και ποσοστιαία παί­ζουν τελικά ασήμαντο ρόλο.
Οι ανάγκες (οικονομικές αλλά και όποιες παρουσιάζονται σαν τέτοιες) αυξάνουν ανάλογα με την αύξηση του βιοτικού επιπέδου και μας οδηγούν να ζητάμε απ’ τους κυβερνώντες την πανάκεια όλων των προβλημάτων μας δηλαδή την ανάπτυξη. Τώρα, τι ακρι­βώς σημαίνει ανάπτυξη και πώς την εννοεί ο καθένας αυτό είναι ένα ζήτημα. Έχουμε πάντως κατα­φέρει η μη ανάπτυξη να σημαίνει καταδίκη σε λιτότητα, χωρίς να ομολογούμε ότι μια λιτότητα συνειδητή θα μειώσει την αλόγι­στη καταστροφή των πόρων αυτού του πλανήτη, που επ’ ουδενί λόγο δεν είναι το οικόπεδό μας αλλά μας φιλοξενεί παρ’ όλα όσα τραβάει απ’ τις δραστηριότητες μας.
Αυτή η λιτότητα που θα μπορού­σε να οριστεί και ως μη σπατάλη δεν μπορεί να λειτουργήσει σαν κυβερνητικό πρόγραμμα διότι θα επιφέρει σύνδρομα, ανόητα βέβαια, στέρησης. Μόνο αν είναι επιλογή του καθενός έχει νόημα και γι’ αυτό είναι τόσο μακρινή.
Το να αμολάμε λύκους σε βουνά που κάποτε ήταν πλήρη οικοσυστήματα και τώρα είναι ρημαγμέ­να απ’ τις πυρκαγιές και την έντο­νη βόσκηση είναι απλώς μια επι­πλέον επέμβαση που δεν σώζει το σύστημα. Το μόνο που κάνει είναι να ησυχάζει συνειδήσεις.


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ελευθερία" της Καλαμάτας το 2000
Ο άνεμος προκαλείται από τα δέντρα, όταν κουνάνε τα κλαριά τους
"Ogden Nash"


Η συνδιάσκεψη της Χάγης απέτυχε. Το πρωτόκολ­λο του Κιότο δεν επικυ­ρώθηκε. Οι αναπτυγμένες χώρες αποφάσισαν. Προτι­μούν να συνεχίσουν να πριο­νίζουν το κλαδί πάνω στο οποίο κάθονται. Το μήνυμα είναι σαφές. Αγοράστε δικαί­ωμα ρύπανσης. Μπορείτε να ρυπαίνετε περισσότερο απ’ τους διπλανούς σας αρκεί να ’ναι φτωχότεροι. Οι φτωχές χώρες δεν ρυπαίνουν. Με τι άλλωστε; Για να ’χεις σκουπί­δια προϋποτίθεται η ύπαρξη φαγητού. Να φροντίσουμε μόνο να παραμείνουν φτωχές ώστε να συνεχίσουμε να αγοράζουμε το μερτικό τους στο δικαίωμα ρύπανσης. Φαντα­στείτε να πλούτιζαν. Θα ’θελαν να ρυπαίνουν κι αυτές. Πρέ­πει να πλου­τίσουν τόσο ώστε να μπο­ρούν να αγο­ράζουν τα προϊόντα μας.
Βέβαια, ακόμα κι αν στη Χάγη υπήρχε κάποιο απο­τέλεσμα, μην φαντάζεστε ότι αυτό θα σήμαινε αλλαγή του σκηνικού. Απ’ τη στιγμή που έχει επικρατήσει η αντί­ληψη ότι αρκεί να πληρώσεις το τίμημα, όχι πάντα εν είδει προστίμου, ώστε να ’χεις τη δυνατότητα να εκπέμπεις τους ρύπους μιας βιομηχα­νίας ανεξέλεγκτης, ελάχιστα πράγματα μπορούν να γίνουν.
Η παράλογη καταπίεση που έχει γεννήσει ένας κατ’ όνομα ορθολογισμός της παραγωγής έχει σαν αιτιολο­γικό έναν καταναλωτισμό που γεννάει ανάγκες κατα­σκευασμένες απ’ τα Μ.Μ.Ε. κι απ’ την αδυναμία σκέψης πρόκειται για λεηλασία του ανθρώπινου πνεύματος.
Είναι παραλογισμός να απο­δεχθούμε ότι το άτομο – καταναλωτής εν πλήρει συνειδήσει και αβίαστα χρη­σιμοποιεί τα αντικείμενα μιας χρήσης ή ακόμα και τα εμπο­ρεύματα που είναι σχεδια­σμένα ώστε να φθαρούν, μετά από προκαθορισμένο χρόνο.
Κι όμως η οικονομία αυτοδικαιώνεται. Παράγονται αγαθά προσιτά σε όλο τον κόσμο, όλο και πιο σύγχρονα, τροφοδοτώντας μια ψευδαί­σθηση ποιότητας ζωής. Η ποιότητα μετατρέπεται σε ποσότητα, η ατομική κουλ­τούρα σε μαζική κουλτούρα, η προσωπική επικοινωνία σε μαζική επικοινωνία. Το φυσι­κό περιβάλλον έχει μετατρα­πεί σ’ ένα απέραντο εργοστά­σιο. Ανάπτυξη πάση θυσία. Με έμφαση στη θυσία. Το γεγονός ότι η διεθνής κοινό­τητα δε «μαθαίνει» από ατυ­χήματα τύπου Τσερνομπίλ δείχνει πόσο μετράνε οι χαμένες ζωές από ένα τέτοιο ατύχημα, στο ισοζύγιο. Οι ισολογισμοί των εταιρειών δεν περιέχουν στις ζημίες τις χαμένες ζωές. Άντε να περιέ­χουν κάποιες αποζημιώσεις που τις επωμίζονται ασφαλι­στικές εταιρείες.
Η φωνή που υψώνουν τα οικολογικά κινήματα δυστυ­χώς αποτελεί ένα μικρό παράσιτο στον όγκο των πλη­ροφοριών που διαχέονται καθημερινά. Άλλωστε το παραμύθι περί οικολογίας και προστασίας του περιβάλλο­ντος το ’χουν πιάσει καλά ακόμα κι αυτοί που καταστρέ­φουν όσο μπορούν περισσότερο. Βλέπουμε κυβερνήσεις «ευαίσθητες» να παραγγέλλουν περιβαλλοντολογικές μελέτες, βλέπουμε περιβαλ­λοντική εκπαίδευση και συζητήσεις υπουργών για το θέμα ώστε να υπάρχει το απαραί­τητο άλλοθι.
Εξάλλου τα οικολογικά κινήματα προτείνουν μιαν αντίσταση σε όλη αυτή την ιστορία, σε ανθρώπους οι οποίοι ακολουθούν αυτό το καπιταλιστικό μοντέλο δια­βίωσης χωρίς να αποτολ­μούν να πουν πια, ανοιχτά ότι είναι ασυμβίβαστος ο καταναλωτισμός με την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, ότι δηλαδή είναι αδύνατη η συγκράτηση ή η αναστροφή αυτής της δια­δικασίας αν ο καθένας από μας δεν αποφασίσει να απο­στερηθεί σε καθημερινή βάση ένα μεγάλο μέρος απ’ τις ευκολίες που του παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία.
Εκείνο που πρέπει να γίνει σαφές βέβαια είναι ότι ο καυ­γάς δεν γίνεται για το μέλ­λον του πλανήτη Γη.
Γίνεται για το μέλλον του ανθρώπου πάνω σ’ αυτόν. Ο πλανήτης δεν έχει πρόβλημα. Σαν σύστημα μπορεί να ισορ­ροπήσει ξανά αποβάλλοντας τα ξένα σώματα, κυριολεκτι­κά όπως ένα εκκρεμές που σε ό,τι ταλάντωση και να το εξα­ναγκάσουμε θα ισορροπήσει στο κατώτερο σημείο μετά από λίγο.
Απλά έχει το δικό του ρολόι και τη δική του αμείλικτη λογική. Είναι γνωστό για παράδειγμα ότι το φαινόμενο του θερμοκηπίου που γεννιέ­ται απ’ τα αέρια σαν το CΟ2 εγκλωβίζει την ηλιακή ακτι­νοβολία κοντά στην επιφά­νεια της Γης, αυξάνοντάς της τη θερμοκρασία. Εκείνο που δεν είναι γνωστό είναι ότι αυτό θα επιφέρει υψηλές νεφώσεις ώστε σιγά – σιγά να μειωθεί η ηλιακή ακτινοβολία που θα μπορεί να φτάσει στη Γη μ’ αποτέλεσμα την πτώση της θερμοκρασίας.
Βέβαια θα πάρει χιλιάδες χρόνια, αλλά η Γη δε βιάζε­ται. Η ανθρωπότητα που βιά­ζεται, ας πάρει τα μέτρα της. Η αφελής αντίληψη περί προ­όδου, εκσυγχρονισμού, εκβιομηχάνισης και εν τέλει αφθονίας πρέπει να ξαναειδωθεί με βάση τα νέα δεδο­μένα. Δεν αρκεί να μάθουμε στα παιδιά να μην πετάνε τα σκουπίδια οπουδήποτε. Πρέ­πει να τα μάθουμε να μη «γεννούν» σκουπίδια. Ίσως βέβαια να ’ναι ήδη αργά για σημαντικές αλλαγές. Το μέλ­λον ανήκει μάλλον στο απί­θανο παρά στο πιθανό, κυρίως αν η εξέλιξη συνεχι­στεί με τον επιταχυνόμενο τρόπο του αιώνα μας.


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ελευθερία" της Καλαματας το 2000
Η σύγκρουση δογμάτων δεν είναι συμφορά αλλά ευκαιρία
Alfred N. Whitehead: "Science and the Modern World"

Η συνάφεια μεταξύ επι­στημονικών θεωρήσεων και φιλοσοφικών αναζητήσεων είναι ένα θέμα που αξίζει να μελετηθεί. Έχει δηλαδή αξία η ιστορική διερεύ­νηση για το πώς επηρεάστη­καν οι διάφορες θεωρίες για το σύμπαν (μικρόκοσμο και μακρόκοσμο) από τις φιλοσο­φικές απόψεις της εποχής τους ή ακόμα και από τα θρη­σκευτικά πιστεύω που κυριαρ­χούσαν.
Είναι ερώτημα το αν οι κοσμολογικές θεωρήσεις καθοδηγήθηκαν έστω και ασυ­νείδητα, διότι οι αγκυλώσεις των φιλοσοφικών ρευμάτων της εποχής τους, εμπόδιζαν κάποιους να δουν παραπέρα. Το σίγουρο είναι ότι δεσμευόντουσαν από τα μέσα που διέ­θεταν.
Δεν γνωρίζουμε αν ένα μυαλό σαν του Νεύτωνα θα έβλεπε τα πράγματα διαφορε­τικά αν είχε άλλα δεδομένα, αν δηλαδή είχαν προηγηθεί ανακαλύψεις που σήμερα τις θεωρούμε αυτονόητες αλλά τον 16ο αιώνα ή και πιο πριν δεν ήταν.
Η γνωστή ιστορία με τον Γαλιλαίο που έφτασε σχεδόν στην πυρά επειδή αποτόλμησε να θεωρήσει τη γη περιστρε­φόμενο πλανήτη γύρω από έναν ακίνητο Ήλιο είναι ένα δευτερεύον ζήτημα. Είναι βέβαιο ότι έφταιγε η κοντόθω­ρη άποψη των κληρικών, που δεν κατάλαβαν ότι η επιστημο­νική άποψη του Γαλιλαίου δεν ακύρωνε την περί Θεού αίσθη­ση που είχαν αυτοί ή το ποί­μνιο τους. Με λίγα λόγια ο Θεός μπορεί να υπάρξει ανε­ξάρτητα αν η γη γυρίζει ή όχι. Μάλλον η όλη ιστορία οφειλό­ταν σε μια υστερική αντίδραση και κυρίως σ’ ένα παιχνίδι εξουσίας και άρα καθορισμού του κατόχου της απόλυτης αλήθειας.
Για εκατοντάδες χρόνια ένα φιλοσοφικό ρεύμα κυριάρχησε στους επιστημονικούς κύκλους. Η νευτώνια αντίληψη για το σύμπαν και ο ντετερμινισμός (αιτιοκρατία) που καθιέρωσε, έγινε δόγμα και οδήγησε την έρευνα σε συγκεκριμένα μονοπάτια. Η λογική ήταν ότι αν η γη γυρίζει τώρα, θα συνεχίζει την κίνηση της εσαεί. Πρακτικά, αν γνωρί­ζουμε τη θέση και την ταχύτητα ενός σώματος τώρα, μπο­ρούμε να απα­ντήσουμε για το πού θα βρίσκε­ται αυτό, ένα εκατομμύριο χρόνια αργότε­ρα. Στο σύμπαν είναι όλα τόσο καλά τακτοποιημένα που δεν υπάρχουν εκπλήξεις. Οι συμμετρίες είναι άψογες κι αν η κίνηση ενός ουράνιου σώμα­τος δεν είναι κατανοητή ή εξη­γήσιμη, σίγουρα κάποιο δεδο­μένο μας λείπει, που αν το ’χαμε δεν θα υπήρχαν απο­ρίες.
Σ’ αυτήν την κατεύθυνση πορεύτηκε η επιστημονική κοι­νότητα μέχρι τις αρχές του αιώνα μας. Η μελέτη του ατό­μου έδωσε ένα μοντέλο με πυρήνα όπως ο Ήλιος και ηλε­κτρόνια που περιστρέφονται γύρω του όπως οι πλανήτες, έδωσε δηλαδή μια εύκολη εξή­γηση για το πώς ο κόσμος είναι τελικά μία επανάληψη του μικρού που γεννάει το μεγάλο. Η θέση ότι κάθε γεγο­νός έχει το αίτιο του ήταν αξίωμα. Έτσι η κλασική αντίλη­ψη ήταν ότι ζούμε σ’ ένα σύμπαν, όπου περιττεύει η ελεύθερη βούληση και τα γεγονότα ακολουθούν μια προδιαγεγραμμένη πορεία.
Η ειδική και λίγο αργότερα, η γενική θεωρία της σχετικότη­τας μπορεί να γκρέμισαν την νευτώνια άποψη για τη γεωμε­τρία του σύμπαντος αλλά παρέμειναν αυστηρά αιτιοκρα­τικές. Είναι γνωστό το ανέκδο­το ότι ο Αϊνστάιν απάντησε στην κβαντομηχανική, που ασχολείται με πιθανοκρατική λογική για την κίνηση των υποατομικών σωματιδίων ότι «Ο Θεός δεν παίζει ζάρια...».
Το πρώτο «ράγισμα» στην κρυστάλλινη αιτιοκρατία που ερμήνευε παραπάνω από ικα­νοποιητικά τον κόσμο, ήλθε από έναν άνθρωπο που είχε από νωρίς χαρακτηριστεί σαν «τέρας των μαθη­ματικών», τον Henri Poincarè. Προσπαθώντας να μελετήσει την κίνηση τριών σωμάτων με τις εξισώσεις του Νεύτωνα, κατέληξε σ’ αυτό που λέγεται μη ολοκληρώσιμο σύστημα, δηλαδή έδειξε ότι δεν μπορεί να βρεθεί ακριβής λύση για την κίνησή τους με την χρήση της μαθηματικής ανάλυσης.
Ο Νεύτων πίστευε ότι η φύση αγαπάει την απλότητα και είχε δημιουργήσει ένα μοντέλο που ερμήνευε με απλότητα το σύμπαν και φυσικά όλο αυτό υπήρξε μια μεγάλη παγίδα διότι έφτασε σε αδιέξοδο.
Το αποτελεσματικό όμως κτύπημα στην αιτιοκρατία το έδωσε η κβαντομηχανική, που ξεκινάει στις αρχές του 20ού αιώνα. Σύμφωνα μ’ αυτήν, η συμπεριφορά των υποατομικών σωματιδίων από τα οποία αποτελούμαστε, είναι απρό­βλεπτη και δεν υπόκειται σε αιτιοκρατικούς μηχανισμούς. Μόνο να πιθανολογήσουμε μπορούμε για το πού θα βρεθεί ένα ηλεκτρόνιο ή για το αν αυτά τα μικρά φαντάσματα είναι σωματίδια ή όχι.
Η κβαντική φυσική δεν είναι απλά, άλλη μια θεωρία για την οποία θα περιμένουμε να δούμε αν ισχύει ή όχι. Αποτε­λέσματά της χρησιμοποιούμε ήδη στην καθημερινή μας ζωή. Το γεγονός ότι αποτελούμα­στε από ένα σύνολο σωματι­δίων που το καθένα απ’ αυτά έχει «ελεύθερη βούληση», αλλά παρ’ όλα αυτά συγκρο­τούν οργανωμένα συστήματα που φαίνονται να ‘χουν αιτιοκρατική συμπεριφορά έρχεται να μελετήσει η σχετικά πρό­σφατη θεωρία, το χάος. Το χάος αντίθετα απ’ ό,τι λέει το όνομα του, μελετά ακριβώς τα πολύπλοκα συστήματα που οργανωμένα συνεχίζουν να υπάρχουν χωρίς κυριολεκτικά να υπάρχει αιτία για την ύπαρ­ξή τους.
Ένα από τα τελειωτικά κτυ­πήματα στη βεβαιότητά μας, ότι ο κόσμος είναι έτσι όπως τον βλέπουμε, έρχεται το 1931 με το θεώρημα της μη αποκρισιμότητας του Godel σύμφωνα με το οποίο μια μη αντιφατική αξιωματική θεωρία δεν μπορεί να αποδείξει την ίδια της την μη αντιφατικότητα.
Το ερώτημα της ύπαρξης έχει φαινομενικά παραμερι­στεί από τους επιστήμονες που δεν εξετάζουν το γιατί αλλά το πώς. Το κακό είναι ότι η σύγχρονη φιλοσοφική σκέψη φαίνεται να αδυνατεί να παρακολουθήσει τις εξελί­ξεις και να πάρει την σκυτάλη ερμηνεύοντας τα επιστημονι­κά δεδομένα. Ίσως πάλι, αυτό είναι μια διεργασία που απαι­τεί χρόνο και πρέπει να δώσουμε χρόνο στους σύγ­χρονους διανοητές, ώστε να βγάλουν τα συμπεράσματά τους. Το σίγουρο είναι ότι το ταξίδι αυτό της αναζήτησης θα συνεχιστεί. Άλλωστε, μάλλον το ταξίδι αξίζει περισσότερο, παρά το τέλος του, αν υπάρ­χει.
Ο άνθρωπος, μια αμελητέα ποσότητα στην συμπαντική απεραντοσύνη, μπορεί να ’ναι κι ο υπαίτιος για την ύπαρξη του σύμπαντος. Σύμφωνα με την Ανθρωπική Αρχή (επίσημη επιστημονική εκδοχή) το σύμπαν υπάρχει, διότι υπάρχει ο άνθρωπος που το παρατηρεί και είναι απαραίτητο να ’χει αυτό το μέγεθος και την πολυ­πλοκότητα για να υπάρχει η δυνατότητα εμφάνισης ζωής σ’ αυτό.
Η σύγχρονη φυσική άλλαξε κατά πολύ, έννοιες όπως χώρος, χρόνος, ύλη κλπ., μ’ αποτέλεσμα κανείς σοβαρός διανοητής να μην έχει το δικαίωμα ν’ αγνοήσει αυτή την εξέλιξη αν θέλει να βγάλει τα συμπεράσματα του. Μόνο με την προσπάθεια κατανόησης του κόσμου απ’ όλες του τις πλευρές (μαθηματική, ποιητι­κή, ψυχολογική, αναλυτική) θα μπορέσουμε κάποτε ν’ απα­ντήσουμε στο ερώτημα, αν είμαστε ένας σωρός από κινούμενα σωματίδια ύλης ή όχι μόνο.


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ελευθερία" της Καλαμάτας το 2000
...η παιδεία όμως μπορεί να βοηθήσει να γίνουμε καλύ­τεροι και, αν όχι ευτυχέστεροι, να μας μάθει να επωμι­ζόμαστε το πεζό και να ζούμε το ποιητικό τμήμα της ζωής μας.
"Edgar Morin"

Η ανθρώπινη κοινωνία έχει την δυνατότητα να προ­σφέρει στις γενιές που έρχονται, την απόκτηση γνώ­σης, με συνθήκες πολύ καλύτερες από ποτέ άλλοτε. Είναι όμως πλέον ερώτημα πώς, αυτή η, πολλές φορές, κακοχωνεμένη πληροφόρηση, που θεωρείται γνώση (και δεν είναι πάντα) θα μετεξελιχθεί σε ουσιαστικό στοχασμό, δηλαδή σε σοφία.
Θέλουμε να εκπαιδεύσουμε ειδικούς, σε διάφορους τομείς, προικίζοντάς τους με ό,τι μέχρι τώρα καταφέ­ραμε, ώστε να συνεχίσουν την κούρσα της επιστήμης, ήδη όμως ανακαλύπτουμε αδιέξοδα σ’ αυτήν την λογι­κή. Ο κατακερματισμός της επιστήμης, στον οποίο ανα­γκαστικά οδηγηθήκαμε λόγω του όγκου και της πολυ­πλοκότητας των επιστημονικών δεδομένων, απαιτεί εξειδικευμένους τεχνικούς, οι οποίοι, ένα πολύ μικρό μέρος του ορίζοντα μπορούν να δουν και φυσικά αδυ­νατούν να απαντήσουν σε γενικότερα ερωτήματα.
Είναι ήδη γνωστό ότι ένα σύστημα αποτελείται από διακριτά μέρη και έχει ιδιότητες που δεν είχαν τα μέρη του. Μας πήρε πολύ καιρό να καταλάβουμε ότι το όλον διαφέρει, πολλές φορές, ριζικά από τα επιμέρους. Ο άνθρωπος αποτελείται από πρωτόνια και ηλεκτρόνια αλλά επ’ ουδενί λόγο οι ιδιότητες των σωματιδίων του μικρόκοσμου δεν οδηγούν αναγωγικά στο να βγάλουμε συμπέρασμα για την συμπεριφορά του συνόλου που δημιουργούν, έστω κι αν τον εξετάσουμε καθαρά οργα­νικά.
Έτσι οι διάφοροι επιστημονικοί τομείς παρ’ ότι δεν βλέπουν ένα τέρμα, σιγά σιγά αρχίζουν να δυσκολεύο­νται να δώσουν απαντήσεις. Μιλήσαμε για το άτομο (δηλαδή το άτμητο), το διασπάσαμε σε πρωτόνια και ηλεκτρόνια με τις γνωστές συνέπειες, πήγαμε σε ακόμα μικρότερα σωματίδια, τα quarks, που αποτελούν τους δομικούς λίθους πρωτονίων και νετρονίων και ίσως σε λίγο καιρό ανακαλύψουμε τα συστατικά των quarks σε μια ανερμάτιστη αναζήτηση τίνος, αλήθεια; Επιβεβαιώσαμε μάλλον την θεωρία του Big Bang και σήμερα αναζητούμε κρυμμένες ιδιότητες του σύμπα­ντος στα νετρίνα που έρχονται απ’ το διάστημα (φαντά­σματα σωματιδίων που μας διαπερνούν και συνεχίζουν το ταξίδι τους). Κάτοικοι ενός αχανούς σύμπαντος, σε ένα ασήμαντο πλανήτη – δορυφόρο ενός μικρού ήλιου μέσης ηλικίας, στην άκρη ενός απ’ τα δισεκατομμύρια των γαλαξιών, καταφέραμε να γίνουμε παρατηρητές αυτού του σύμπαντος. Καταφέραμε νοητικά τουλάχι­στον να βρισκόμαστε απ’ έξω απ’ αυτό το σύμπαν και να το παρατηρούμε μιλώντας για την ηλικία του, τις δια­στάσεις του, την πυκνότητά του. Αριθμοί, βέβαια, οι οποίοι ικανοποιούν σαν λύσεις, κάποιες εξισώσεις και παραμένουν ασύλληπτοι στον κοινό νου. Δεν είναι εύκολο να συλλάβουμε τέτοιες έννοιες και να τις επε­ξεργαστούμε φιλοσοφικά. Έτσι όμως μένουν, απλά δυσνόητα μαθηματικά μοντέλα, στα συρτάρια ενός ιερατείου τεχνικών, οι οποίοι, μη έχοντας την κατάλλη­λη κλασική παιδεία αρκούνται σ’ αυτό.
Η Βιολογία εξάλλου και η Γενετική έχουν ανοίξει το βήμα τους σε μια εξέλιξη ραγδαία. Είμαστε σε θέση να παραγάγουμε ανθρώπινα εξαρτήματα, όπως οι βιομη­χανίες παράγουν βίδες. Έτσι θα σώσουμε όσο μπορού­με περισσότερους κάτοικους αυτού του πλανήτη (αυτούς βέβαια που έχουν την δυνατότητα να πληρώ­σουν για κάτι τέτοιο).
Πήγε περίπατο ή φυσική επιλογή και καλώς πήγε. Αυτή η προσπάθεια όμως προχωρεί, μπαίνοντας και σε χωράφια που δεν είναι σίγουρα δικά της. Οι επιστήμο­νες προσπαθούν να συνδέσουν την ανθρώπινη συμπε­ριφορά με την γενετική προέλευση. Ίσως σε λίγο καιρό να κυριαρχήσει η άποψη ότι με μικρές γονιδιακές μετα­βολές ο απροσάρμοστος (διάβαζε αναρχικός, εγκλημα­τίας, ανήθικος κ.λπ.) θα γίνεται προσαρμόσιμος. Ακού­γεται επιστημονική φαντασία ζοφερή και πρέπει να υπάρξει αντίλογος από την ίδια την επιστημονική κοινότητα. Για να γίνει όμως κάτι τέτοιο, πρέπει η ιδιότη­τα του επιστήμονα να συμπλέει μ’ αυτήν του στοχαστή.
Δεν είναι περίεργο που ο Αριστοτέλης ήταν φιλόσο­φος και ο Einstein δεν ήταν. Πρότεινε ο δεύτερος ένα μοντέλο για το σύμπαν, το οποίο όχι μόνο ερμηνεύει απόλυτα κάποια πειραματικά δεδομένα αλλά είναι πραγματικά μια μεγαλειώδης σύλληψη για το τι είναι χώρος και χρόνος. Ποιος όμως αποτόλμησε στα χρόνια που πέρασαν από τότε, μια σοβαρή φιλοσοφική προσέγγιση για την ανθρώπινη ύπαρξη, χρησιμοποιώντας όλα αυτά τα επιστημονικά επιτεύγματα;
Ο επιστημονικός κόσμος βλέπει την κλασική μόρφωση σαν ένα περιττό στολίδι ή, ακόμα χειρότερα, σαν αισθητική χλιδή. Αντίστροφα, ο κόσμος της κλασικής κουλτούρας δεν βλέπει στις θετικές επιστήμες τίποτα άλλο, παρά ένα συνονθύλευμα εξισώσεων.
Όσο η εκπαιδευτική διαδικασία ευνοεί μια μόρφωση ερμητικού χαρακτήρα, δηλαδή μια μόρφωση που είναι κλειστή και οι τομείς της αποκλίνουν από πολύ νωρίς, το αποτέλεσμα θα ’ναι πάντα μια Βαβέλ ειδικών. Η γενι­κή παιδεία πρέπει να γίνει πραγματικότητα, ξεφεύγο­ντας απ’ τον τύπο και περνώντας στην ουσία, ώστε να λειτουργήσει προστατευτικά απέναντι στην ποσοτικο­ποίηση και την αριθμολατρεία, μετατρέποντας την παρεχόμενη γνώση σε σοφία.


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ελευθερία" της Καλαμάτας το 2000
...η μη κατανόηση των θεμε­λιωδών νόμων της Φυσικής, μας εμποδίζει σήμερα, να εξοικειω­θούμε με την έννοια του "νου" είτε σε φυσικό είτε σε λογικό επίπεδο
Roger Penrose «The Emperor’s new mind»


Βρισκόμαστε πλέον σε μια εποχή, που γεννάει την ψευδαίσθηση ότι γνωρίζουμε τα πάντα ή ότι μπο­ρούμε να απαντήσουμε σε ερωτήματα που μας τίθενται, χρησιμοποιώντας τις μοντέρνες βιβλιοθήκες του καιρού μας (Ίντερνετ, βάσεις δεδομένων κ.λπ.). Έτσι, το μόνο που απομένει για εκπαίδευση, είναι ο χειρισμός όλων αυτών των αποθηκών γνώσης. Ακόμη κι αν φαίνεται αδιανόητο αυτό σε κάποιους, είναι γνωστό ότι υπάρχουν μεγάλοι επι­στήμονες της εποχής μας, που υποστη­ρίζουν ότι όπου να ’ναι το κυνηγητό της γνώσης τελειώνει. Πολύ λίγα (κατά τη γνώμη τους) απέμειναν για να μάθουμε, τουλάχιστον στις θετικές επιστήμες.
Μπορεί να ’ναι κι έτσι. Πάντως το χαρακτηριστικό της εποχής μας είναι η σύγχυση ανάμεσα στη γνώση και τον ενημερωτισμό.
Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης αποτε­λούν ίσως ένα από τα μεγαλύτερα επι­τεύγματα του ανθρώπινου είδους. Οι δυνατότητες που δημιουργούν ξεπερνούν τη φαντασία. Μπορούμε θεωρητι­κά να δούμε ή να μάθουμε ανά πάσα στιγμή τι συμβαίνει σε παγκόσμια κλί­μακα. Μπορούμε καθημερινά να γνωρί­ζουμε την ιστορία εν τη γενέσει της.
Δεν χρειαζόμαστε φιλολογικές περι­γραφές από τρίτους. Η ματιά μας, είναι εφικτό να ταυτιστεί μ’ αυτήν του πολε­μικού ανταποκριτή ή του αστροναύτη που παρατηρεί τον μπλε πλανήτη – δηλαδή εμάς – από χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά.
Εξάλλου, είναι αλήθεια ότι δεν μπο­ρούμε να μηδενίσουμε το γεγονός πως τώρα πια η ανθρώπινη σκέψη, παρ’ ότι έχει παραγάγει τρομακτικό όγκο γνώ­σης, είναι ευκολότερα προσπελάσιμη στον καθένα και μάλιστα σε παγκόσμιο επίπεδο. Λίγα χρόνια πριν (και, από ιστορική άποψη, μερικές δεκάδες ή εκατοντάδες χρόνια είναι μικρό διάστη­μα), κάτι τέτοιο ήταν απίστευτο. Η ανα­παραγωγή βιβλίων ήταν δύσκολη και ακριβή υπόθεση και όταν αυτά υπήρ­χαν, πόσο εύκολο ήταν άραγε να γνω­ρίζεις την ύπαρξή τους;
Δεν ήταν περίεργο, επιστήμονες στην άλλη πλευρά του πλανήτη να ανακαλύ­πτουν παράλληλα, νέα μεγέθη, χωρίς φυσικά τη δυνατότητα να γνωρίζουν ότι την ίδια στιγμή και κάποιος άλλος έκανε την ίδια σκέψη. Είναι γνωστή η διαμάχη Newton – Leibniz για τον απει­ροστικό λογισμό ή πολύ αργότερα το γεγονός ότι ο Einstein ξαναεφηύρε τη Γεωμετρία Riemann για να την χρησιμο­ποιήσει στη Θεωρία της Σχετικότητας, μη γνωρίζοντας ότι υπήρχε ήδη.
Τώρα πια δεν είναι ανάγκη να παρακο­λουθήσουμε ένα επιστημονικό συνέ­δριο στο οποίο θα ανακοινωθούν τα αποτελέσματα μιας έρευνας ή μια και­νούργια θεωρία. Πέρα, βέβαια, απ’ τη μυστικότητα που καλύπτει κάποιες έρευνες για διάφορους λόγους, τα πάντα βρίσκονται στα δελτία ειδήσεων ή συζητούνται ηλεκτρονικά και θεωρη­τικά, ο κάθε ενδιαφερόμενος έχει πρόσβαση, όχι μόνο στα σύγχρονα επι­τεύγματα, αλλά και σε τεράστιες βάσεις δεδομένων με αποθηκευμένες πληροφορίες. Το κόστος αυτής της αναζήτησης έχει άλλωστε ελαττωθεί πολύ, είτε μετρηθεί οικονομικά καθαρά είτε χρονικά.
Η ροπή του ανθρώπου να συγκεντρώ­νει γνώση σ’ οποιαδήποτε μορφή (πάπυρους, διφθέρες, χάρτινα βιβλία ή – τώρα πια – ηλεκτρονικά) είναι ίδια κι απαράλλαχτη εδώ και αιώνες. Ο Πτολε­μαίος Α΄ (ίσως με συμβουλή του Δημητρίου Φαληρέα, λόγιου απ’ την Αθήνα, μαθητή του Θεόφραστου) ίδρυσε τη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας και πέρα απ’ άλλους τρόπους συλλογής, υποχρέ­ωνε τα πλοία που έφταναν εκεί, να του παραδίδουν όλα τα βιβλία που είχαν μαζί τους. Στην καλύτερη περίπτωση αντιγράφονταν και επιστρέφονταν στους ιδιοκτήτες τους. Στη χειρότερη κατάσχονταν. Έτσι δημιουργήθηκε η περίφημη βιβλιοθήκη, με σκοπό μεγα­λεπήβολο να στεγάσει το σύνολο της ανθρώπινης γνώσης, να γίνει δηλαδή η μνήμη της υφηλίου.
Σήμερα ο στόχος έχει επιτευχθεί. Η μνήμη της υφηλίου υπάρχει – και μάλι­στα ταξινομημένη – ώστε να ’ναι γρήγο­ρη η πρόσβαση, κάτι που στις αρχαίες βιβλιοθήκες ήταν μεγάλο πρόβλημα.
Η πρόοδος της επιστήμης στηρίζεται στην αποθηκευμένη γνώση. Δυστυχώς όμως αρχίζουμε σιγά – σιγά να αναγνω­ρίζουμε ότι η ανάπτυξη της επιστημονι­κής γνώσης περιέχει όλο και πιο πολύ την αβεβαιότητα και την άγνοια. Η υπερειδίκευση, στην οποία αναγκαστικά οδηγηθήκαμε, διαλύει τον κόσμο σε κομματάκια και αυξάνει τη δύναμη της τεχνικής. Δεν προορίζεται για τη σκέψη ή για τροφή του ανθρώπινου πνεύμα­τος, αλλά για την ενίσχυση οικονομι­κών συμφερόντων. Υπόσχεται τεχνικά θαύματα και τα επιτελεί δεσμεύοντας όλο και πιο πολύ σε ένα αόρατο δίχτυ τον άνθρωπο και οδηγώντας τον σε συγκεκριμένο τρόπο ζωής, απ’ τον οποίο είναι αδύνατο να ξεφύγει.


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ελευθερία" της Καλαμάτας το 2000

Κυριακή 18 Μαΐου 2008

Για κείνον που αισθάνεται τον εαυτό του συνυφασμένο με την μοίρα του κόσμου, η φθορά των πολιτισμών έχει κάτι το αγωνιακό.
Albert Camys «Ο Μύθος τον Σίσυφου»


Η προσπάθεια που γίνεται από καθηγητές των θετικών επιστημών, ώστε δύσκολες έννοιες να γίνουν κατα­νοητές απ’ τους μαθητές τους, σκοντάφτει συνήθως στην ανεπαρκή γνώση της γλώσσας. Δυστυχώς αυτή η ανεπάρ­κεια υπάρχει και στους δύο πόλους αυτής της αλληλεπί­δρασης.
Είναι βέβαιο ότι την μεγαλύτερη βαρύτητα έχει αυτό καθ’ εαυτό το μήνυμα που μεταφέρεται απ’ τον καθηγητή στον μαθητή σαν αντικειμενικό σύστημα πληροφοριών. Καταντά όμως αναποτελεσματική η διαδικασία όταν δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν η σχέση μεταξύ μηνύματος και παραλήπτη (μαθη­τή), δηλαδή το γεγονός ότι η ερμηνευτική δυνατότητα του παραλήπτη είναι αυτή που δίνει αξία στην πληροφορία.
Ο ρόλος της γλώσσας στην διαμόρφωση αντίληψης είναι καθοριστικός. Σε πολλούς γνωσιολογικούς τομείς προϋπάρ­χει η «αυθόρμητη γνώση» αυτή δηλαδή που αποκτάται από την επαφή με την καθημερινότητα και είναι συνεπής με απλοϊκές ερμηνείες, αλλά βρίσκεται μακριά απ’ την επιστη­μονική γνώση και αλήθεια.
Είναι εύκολο να διαπιστωθούν τα παραπάνω αν γίνει η απλή ερώτηση – όχι απαραίτητα σε μαθητές: «Τι συμβαίνει όταν ένα κομμάτι μετάλλου πέσει σε δοχείο που περιέχει οξύ;» Η απάντηση έρχεται αβίαστα: «Το οξύ διαλύει το μέταλλο». Στην απάντηση αυτή υπάρχει η λογική του δρά­στη και του θύματος και φυσικά δεν είναι καθόλου έτσι τα πράγματα. Το οξύ και το μέταλλο αντιδρούν παράγοντας κάποια προϊόντα, λειτουργώντας ισότιμα σε μια χημική διεργασία. Δεν υπάρχει λόγος να αναλωθούμε σε παρόμοια παραδείγματα που αναδεικνύουν το πρόβλημα. Είναι γνω­στό ότι η ανθρωπότητα έζησε επί είκοσι περίπου αιώνες με το Αριστοτέλειο σύστημα ιδεών που κληροδοτήθηκε στον δυτικό πολιτισμό απ’ την Αρχαία Ελλάδα και τροφοδότησε μια λογική, σύμφωνα με την οποία ισχύουν δόγματα σαν το «Quod ubique, quod ab omnibus et quod semper creditum est id firmissime credendum puta» (Ό,τι είναι παντού, ό,τι πιστεύεται απ’ όλους και ό,τι πιστευόταν πάντα, αυτό να θεωρείς άξιο σταθερότερης πίστης). Και ενώ η παραπάνω ρήση μπορεί να ‘χει μεγάλη αξία στις θρησκευτικές ανά­γκες, όταν γίνει εργαλείο κατανόησης του κόσμου δεν λει­τουργεί σωστά διότι τα πράγματα δεν είναι πάντα όπως φαίνονται.
Το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο πολύπλοκο αν θυμηθούμε ότι οι θετικές επιστήμες χρησιμοποιούν μια γλώσσα – κώδικα με όρους που έχουν εκλεγεί απ’ την καθημερινή όπως π.χ.: διάθλαση, φωταύγεια, κβάντωση, εμπέδηση κ.λπ. Έτσι μπο­ρεί ο μαθητής να τις χρησιμοποιεί σωστά κατά περίπτωση αλλά ποτέ δεν μπαίνει στην εσωτερική τους λογική. Απλά κάποιος του εξηγεί το φαινόμενο της διάθλασης και του το ορίζει σαν διάθλαση χωρίς να συζητήσει τη λέξη. Αυτό λοι­πόν που μένει σαν «γνώση» είναι ένα απομονωμένο σχήμα αυστηρά περιορισμένο στο εργαστήριο ή στις σελίδες ενός βιβλίου που δεν μπορεί να γίνει αφετηρία για παραπέρα σκέψεις ή γενικεύσεις, σε φαινόμενα του κόσμου που μας περιβάλλει.
Έτσι ο καθηγητής δεν έχει μόνο την υποχρέωση να μετα­φέρει την πληροφορία αλλά και να αντιπαλέψει την λανθα­σμένη πολλές φορές εικόνα. Χωρίς να ’ναι στόχος ν’ ανα­φερθούμε γενικότερα στο ρόλο του καθηγητή, δεν μπορού­με να αγνοήσουμε το αποτέλεσμα. Άνθρωποι που τελειώ­νουν τις σπουδές τους στην όποια βαθμίδα εκπαίδευσης μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, δυστυχώς όχι μεγάλο, ξεχνούν τα περισσότερα θεωρώντας το μάλιστα πολύ λογι­κό αφού έτσι κι αλλιώς αυτά που έμαθαν δεν είναι γνώση που αφορά την από ’κει και πέρα ζωή τους. Εμφανίζεται λοι­πόν το φαινόμενο να ντρεπόμαστε για την άγνοιά μας σε θέματα τέχνης ή πολιτικής, αλλά να μην ντρεπόμαστε καθό­λου όταν πατώντας ένα κουμπί στην τηλεόραση δεν γνωρίζουμε πώς λειτουργεί, νιώθοντας την έκπληξη του πρωτό­γονου μπροστά στο «θαύμα» της «επελαύνουσας» τεχνο­λογίας.


(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ελευθερία" της Καλαματας το 2000)

Σάββατο 17 Μαΐου 2008

«Πού θες να ξέρω το ρύζι τι είναι; Πώς να ξέρω ποιος ξέρει τι είναι; Ιδέα δεν έχω τι είναι το ρύζι. Ξέρω μονάχα την τιμή του»
"Die Massnahme: Μπερτολντ Μπρεχτ"


Ελλάδα, έτος 2000. Βρι­σκόμαστε στην αρχή της σχολικής χρονιάς, μιαν αρχή που «τραβάει» απελ­πιστικά. Εδώ κι 1 μήνα περίπου, από τους 9 όλους κι όλους που διαρ­κεί το διδακτικό έτος, δεν υπάρχουν ακόμα οι προϋ­ποθέσεις για ομαλή εκπαι­δευτική δραστηριότητα.
Είναι η σημαδιακή χρο­νιά που ολοκληρώθηκε η εκπαιδευτική μεταρρύθμι­ση, βελτιώθηκε κιόλας και πλήρης πια θα φέρει μια καινούργια πνοή και θα πάψει να ταλανίζει ενδια­φερόμενους και μη (λες και θα έπρεπε να υπάρ­χουν μη άμεσα ενδιαφε­ρόμενοι).
Κι όμως μερικά βιβλία δεν έχουν έλθει στα σχο­λεία. Και η ανακοίνωση για την ύλη που πρόκειται να διδαχτεί, έφτασε μόλις χθες. Το Υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε ότι πλέον η διδακτέα και η εξεταστέα ύλη θα ταυτί­ζονται και η ανακοίνωσή τους θα γίνει στο τέλος Σεπτέμβρη. Βέβαια εδώ τίθεται ένα απλό ερώτη­μα: Πώς γίνεται μάθημα, αφενός χωρίς κάπρια βιβλία, αφετέρου μη γνω­ρίζοντας τη διδακτέα ύλη; Οι καθηγητές άραγε καλούνται να κάνουν τους μάντεις των προθέσεων του Υπουργού;
Απ’ την άλλη πλευρά, δεν είναι κατανοητό γιατί αυτή η ταύτιση διδακτέας και εξεταστέας ύλης ανα­κοινώθηκε σαν σοβαρή καινοτομία που ωθεί τα εκπαιδευτικά πράγματα προς τα μπρος. Δηλαδή είναι τόσο κακό να διδα­χτούν οι μαθητές και κάτι στο οποίο δεν πρόκειται να εξεταστούν; Ποια είναι η φιλοσοφία αυτής της ρύθμισης που πακετάρει την γνώση σε εξετάσιμα κουτάκια;
Είναι φανερό ότι, ανε­ξάρτητα από θεσμικές ρυθμίσεις, οι έννοιες εκπαίδευση και παιδεία που ούτως ή άλλως είναι διαφορετικές απομακρύνονται όλο και πιο πολύ. Στόχος πια της εκπαίδευ­σης δεν είναι η παιδεία. Στόχος είναι η παραγωγή διπλωματούχων κάθε επι­πέδου που θα στελεχώ­σουν ιδιωτικές και δημό­σιες επιχειρήσεις. Πουθε­νά δεν προβάλλεται η ανάγκη για απόκτηση κουλτούρας. Δεν χρειάζε­ται διότι δεν είναι άμεσα εξαργυρώσιμη.
Βέβαια αυτή η λογική έχει ένα σοβαρό αδιέξο­δο. Δεν μπορείς να παράγεις επ’ άπειρον εξειδι­κευμένους προλετάριους. Οι μαθητές απεγνωσμένα αναζητούν σχολές που υπόσχονται επαγγελματι­κή αποκατάσταση και φυσικά δεν υπάρχουν. Αυτό έχει σαν αποτέλε­σμα να μην βρίσκουν νόημα – όλο και πιο πολλοί – σ’ αυτήν την προσπάθεια αφού είναι σχεδόν σίγου­ρο ότι τελειώνοντας τις σπουδές τους, απλά θα προστεθούν στην ήδη υπάρχουσα στρατιά των ανέργων ή θα απασχολη­θούν σε κάτι τελείως άσχετο απ’ αυτό για το οποίο ξεκίνησαν.
Ζούμε σε «προηγμένη» κοινωνία δηλαδή έντονα ανταγωνιστική και ολοκληρωτική η οποία προ­βάλλει σ’ αυτά τα παιδιά το ιδεώδες του εξαρτήματος γραφειοκρατικών μηχανισμών κι έτσι η εκπαίδευση προσανατολί­ζεται στα τυπικά προσό­ντα και στην λειτουργικό­τητα δημιουργώντας δια­νοητικές μηχανές δηλαδή πνευματικά περιορισμέ­νους ειδικούς.
Ακόμα όμως και σ’ αυτό το μοντέλο εκπαίδευσης οι βιαστικές κρίσεις μπο­ρεί να πέσουν στο κενό.
Το ότι φέτος ένα μεγάλο ποσοστό υποψηφίων αρίστευσε δεν σημαίνει απο­λύτως τίποτα. Πέρυσι ένα σημαντικό ποσοστό απ’ αυτά τα παιδιά βρίσκονταν στο τέλος της Β΄ Λυκείου και δεν κατάφερε να περάσει την τάξη. Τα προηγούμενα χρόνια με το παλιό σύστημα των δεσμών ποσοστά του 70% έως 80% κάτω από τη βάση ήταν φυσιολογικά. Είναι στο χέρι της επιτρο­πής θεμάτων να ρυθμίσει ποσοστιαία το τελικό απο­τέλεσμα αφού είναι στην ευχέρεια της το επίπεδο των θεμάτων. Έτσι το σκαμπανέβασμα στα ποσοστά των αριστούχων ή των αποτυχόντων δεν πρέπει να μας λέει και πολλά πράγματα.


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ελευθερία" της Καλαμάτας το 2000
Σαν είναι να βγεις να πεις την αλήθεια,
άσε την κομψότητα στο ράφτη
Albert Einstein


Μερικοί αιώνες ανθρώπινης ιστο­ρίας είναι χρονικό διάστημα ασήμαντα μικρό σε σχέση με την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους.
Ήταν όμως αρκετοί για να περάσουμε στην άλλη όχθη. Η δια­φορά ανάμεσα στον Galileo Galilei και τον Isaac Newton απ’ τη μια και τους επιστήμο­νες που συμμετεί­χαν στην κατα­σκευή της ατομικής βόμβας απ’ την άλλη, είναι ότι οι πρώτοι αποζητού­σαν να κατανοή­σουν τον κόσμο, ενώ οι τελευταίοι είχαν σα στόχο να επέμβουν στη φύση και το πέτυχαν.
Χρησιμοποιούμε σήμερα, τρομακτικά σε όγκο και ποιότητα επιτεύγματα της Φυσικής και της Χημείας. Ρίξαμε στην αγορά οτιδή­ποτε φρέσκο ερχόταν απ’ τα επιστημονικά εργαστή­ρια (ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές, πλα­στικά, φάρμακα, λιπάσμα­τα, πυρηνική ενέργεια...), για να διαπιστώσουμε με τα χρόνια ότι πληρώνουμε πολύ ακριβά τις ευκολίες που μας παρέχουν.
Τώρα πια, εξαρτημένοι απ’ όλα αυτά, με βασικό δόγμα την παραγωγικότητα και την ανάπτυξη, συνεχίζου­με, κωφεύοντας ακόμα και σε αποδείξεις για βλαβε­ρές συνέπειες.
Καθορίζονται, βέβαια, όρια κινδύνου. Γνωρίζει κανείς πώς καθορίστηκαν όρια κινδύνου στο νέφος ή στην περιεκτικότητα σε τοξίνες και φυτοφάρμακα στα τρόφιμα; Και πώς είναι δυνατόν κάποιοι ειδικοί, επιβάλλοντας κυριολεκτικά το δικό τους μιθριδατισμό, να αλλάζουν αυτά τα όρια, πάντα βέβαια αυξάνοντάς τα; Είναι πια κοινό μυστικό ότι στον υπολογισμό των ορίων αυτών λαμβάνεται πολύ σοβαρά υπ’ όψιν και το οικονομικό κόστος των επιχειρήσεων που πλήττο­νται, προκειμένου να διορθωθούν τα πράγματα.
Η γνώση των αρνητικών συνεπειών για κάθε τεχνο­λογικό θαύμα, υπάρχει. Τα οικολογικά κινήματα ανα­πτύχθηκαν κυρίως απ’ τη δεκαετία του ’60 και μετά και κατάγγειλαν σχεδόν τα πάντα. Σήμερα, μερικά χρόνια αργότερα, αντί αυτή η κίνηση να ’χει επι­φέρει κάποια αποτελέσμα­τα, έχει στην ουσία σβήσει.
Δημιούργησε μια ευαι­σθησία γύρω από θέματα του περιβάλλοντος και οι σημερινές κυβερνήσεις λαμβάνουν υπ’ όψιν τους τις περιβαλλοντικές μελέτες ή επιβάλλουν πρόστιμα σε εξόφθαλμες περιπτώ­σεις ρύπανσης ή καταστρο­φής του φυσικού πλούτου κι αυτό είναι όλο. Τίποτα δεν άλλαξε στη λογική που επιβάλλει ανάπτυξη πάση θυσία.
Είναι εύκολο να πριονί­ζεις το κλαδί που πάνω του κάθεσαι αφού το ’χεις δίπλα σου, αλλά θα φτιά­ξεις πολυθρόνα για να κάθεσαι αναπαυτικότερα.
Όλη αυτή η επέλαση της τεχνολογίας έγινε εφικτή χάρη στις ηλεκτρομαγνητι­κές ακτινοβολίες (για συντομία Η.Μ. ακτινοβο­λίες). Οι Η.Μ. ακτινοβολίες υπάρχουν απ’ τη γένεση του σύμπαντος, αλλά τιθα­σεύτηκαν απ’ τον άνθρωπο και μπήκαν στην υπηρεσία του σε όλους τους τομείς. Ραδιόφωνο, τηλεόραση, τηλέφωνο (πρόσφατα και τα κινητά), ηλεκτρονικοί υπολογιστές αλλά και παλ­μογράφοι, ραντάρ, λέιζερ, ηλεκτρονικά μικροσκόπια, είναι ένα πολύ μικρό δείγ­μα απ’ τις χρήσεις τους.
Είναι λοιπόν, φανερό ότι αν θέλουμε να μη λειτουρ­γούμε σαν πρωτόγονοι, πρέπει να γνωρίζουμε στοιχειωδώς τις αρχές λει­τουργίας όλων των παρα­πάνω και, βέβαια, τις πιθα­νές συνέπειες χρήσης τους.
Είναι σημαντικό, επίσης, να μην επιδιδόμαστε σε ένα ανερμάτιστο κυνήγι μαγισσών, κατηγορώντας τα πάντα. Άλλωστε, είναι δεδομένο ότι ποτέ η τεχνο­λογία από μόνη της δεν είναι κακή. Απλώς, της γίνεται κακή χρήση. Ένα κλασσικό παράδειγ­μα είναι οι κεραίες βάσης της κινητής τηλεφωνίας· έχει μετρηθεί ότι (πέρα απ’ την αισθητική ρύπανση που προκα­λούν με το να ορθώνονται οπουδήποτε) δεν αποτελούν παράγοντα κινδύνου από ακτινοβολία. Αντίθετα, η κεραία (μικρούλα αλλά θαυ­ματουργή) του κινη­τού τηλεφώνου, εκπέμπο­ντας πολύ κοντά στο ανθρώπινο σώμα και μάλι­στα σε ευαίσθητες περιο­χές όπως το κεφάλι και ο λαιμός, είναι πολύ πιο επι­κίνδυνη απ’ την κεραία βάσης. Σημειωτέον ότι κάποιες εταιρείες κατα­σκευής τηλεφώνων προει­δοποιούν τους πελάτες τους ει δυνατόν να μην την αγγίζουν. Για κάποιον, λοι­πόν, που δε γνωρίζει τα παραπάνω, θα φαινόταν παραλογισμός αν του έλε­γαν ότι ο στόχος είναι να περάσουμε απ’ τη σημερινή κυτταρική τηλεφωνία (κεραίες σε απόσταση δεκάδων χιλιομέτρων) στην πικοκυτταρική, όπου θα μπουν κεραίες ανά μερι­κές δεκάδες μέτρα (πρακτι­κά κάθε σπίτι και κεραία). Επιστημονικά, όμως, αυτό είναι σωστότερο, διότι θα σημαίνει μείωση στην ισχύ της εκπεμπόμενης ακτινο­βολίας απ’ τα φορητά (κινη­τά) τηλέφωνα που κρατάμε στα χέρια μας. Το παρά­δειγμα αυτό είναι ένα απ’ τα πολλά που μπορούν να αναφερθούν και δείχνει, φαντάζομαι, ότι η ενημέ­ρωση γύρω από καθαρά τεχνικά ζητήματα δεν μπο­ρεί να ’ναι υπόθεση μόνο κάποιων ειδικών. Άλλωστε, η σχολική εκπαίδευση φτά­νει πια σε τέτοιο επίπεδο, που κάνει τις έννοιες αυτές κατανοητές απ’ το ευρύ κοινό.
Πρέπει, λοιπόν, να γίνει σαφές στους εμπλεκόμε­νους με την εκπαίδευση (καθηγητές και μαθητές) ότι οι γνώσεις που αφο­ρούν τις θετικές επιστήμες δεν είναι δυνατό να θεωρούνται εφόδιο για κάποιες εξετάσεις και μόνο, αλλά πρέπει να είναι μόνιμο εφόδιο του ενημερωμένου πολίτη.


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ελευθερία" της Καλαμάτας το 2000