Σάββατο 17 Μαΐου 2008

«Πού θες να ξέρω το ρύζι τι είναι; Πώς να ξέρω ποιος ξέρει τι είναι; Ιδέα δεν έχω τι είναι το ρύζι. Ξέρω μονάχα την τιμή του»
"Die Massnahme: Μπερτολντ Μπρεχτ"


Ελλάδα, έτος 2000. Βρι­σκόμαστε στην αρχή της σχολικής χρονιάς, μιαν αρχή που «τραβάει» απελ­πιστικά. Εδώ κι 1 μήνα περίπου, από τους 9 όλους κι όλους που διαρ­κεί το διδακτικό έτος, δεν υπάρχουν ακόμα οι προϋ­ποθέσεις για ομαλή εκπαι­δευτική δραστηριότητα.
Είναι η σημαδιακή χρο­νιά που ολοκληρώθηκε η εκπαιδευτική μεταρρύθμι­ση, βελτιώθηκε κιόλας και πλήρης πια θα φέρει μια καινούργια πνοή και θα πάψει να ταλανίζει ενδια­φερόμενους και μη (λες και θα έπρεπε να υπάρ­χουν μη άμεσα ενδιαφε­ρόμενοι).
Κι όμως μερικά βιβλία δεν έχουν έλθει στα σχο­λεία. Και η ανακοίνωση για την ύλη που πρόκειται να διδαχτεί, έφτασε μόλις χθες. Το Υπουργείο Παιδείας ανακοίνωσε ότι πλέον η διδακτέα και η εξεταστέα ύλη θα ταυτί­ζονται και η ανακοίνωσή τους θα γίνει στο τέλος Σεπτέμβρη. Βέβαια εδώ τίθεται ένα απλό ερώτη­μα: Πώς γίνεται μάθημα, αφενός χωρίς κάπρια βιβλία, αφετέρου μη γνω­ρίζοντας τη διδακτέα ύλη; Οι καθηγητές άραγε καλούνται να κάνουν τους μάντεις των προθέσεων του Υπουργού;
Απ’ την άλλη πλευρά, δεν είναι κατανοητό γιατί αυτή η ταύτιση διδακτέας και εξεταστέας ύλης ανα­κοινώθηκε σαν σοβαρή καινοτομία που ωθεί τα εκπαιδευτικά πράγματα προς τα μπρος. Δηλαδή είναι τόσο κακό να διδα­χτούν οι μαθητές και κάτι στο οποίο δεν πρόκειται να εξεταστούν; Ποια είναι η φιλοσοφία αυτής της ρύθμισης που πακετάρει την γνώση σε εξετάσιμα κουτάκια;
Είναι φανερό ότι, ανε­ξάρτητα από θεσμικές ρυθμίσεις, οι έννοιες εκπαίδευση και παιδεία που ούτως ή άλλως είναι διαφορετικές απομακρύνονται όλο και πιο πολύ. Στόχος πια της εκπαίδευ­σης δεν είναι η παιδεία. Στόχος είναι η παραγωγή διπλωματούχων κάθε επι­πέδου που θα στελεχώ­σουν ιδιωτικές και δημό­σιες επιχειρήσεις. Πουθε­νά δεν προβάλλεται η ανάγκη για απόκτηση κουλτούρας. Δεν χρειάζε­ται διότι δεν είναι άμεσα εξαργυρώσιμη.
Βέβαια αυτή η λογική έχει ένα σοβαρό αδιέξο­δο. Δεν μπορείς να παράγεις επ’ άπειρον εξειδι­κευμένους προλετάριους. Οι μαθητές απεγνωσμένα αναζητούν σχολές που υπόσχονται επαγγελματι­κή αποκατάσταση και φυσικά δεν υπάρχουν. Αυτό έχει σαν αποτέλε­σμα να μην βρίσκουν νόημα – όλο και πιο πολλοί – σ’ αυτήν την προσπάθεια αφού είναι σχεδόν σίγου­ρο ότι τελειώνοντας τις σπουδές τους, απλά θα προστεθούν στην ήδη υπάρχουσα στρατιά των ανέργων ή θα απασχολη­θούν σε κάτι τελείως άσχετο απ’ αυτό για το οποίο ξεκίνησαν.
Ζούμε σε «προηγμένη» κοινωνία δηλαδή έντονα ανταγωνιστική και ολοκληρωτική η οποία προ­βάλλει σ’ αυτά τα παιδιά το ιδεώδες του εξαρτήματος γραφειοκρατικών μηχανισμών κι έτσι η εκπαίδευση προσανατολί­ζεται στα τυπικά προσό­ντα και στην λειτουργικό­τητα δημιουργώντας δια­νοητικές μηχανές δηλαδή πνευματικά περιορισμέ­νους ειδικούς.
Ακόμα όμως και σ’ αυτό το μοντέλο εκπαίδευσης οι βιαστικές κρίσεις μπο­ρεί να πέσουν στο κενό.
Το ότι φέτος ένα μεγάλο ποσοστό υποψηφίων αρίστευσε δεν σημαίνει απο­λύτως τίποτα. Πέρυσι ένα σημαντικό ποσοστό απ’ αυτά τα παιδιά βρίσκονταν στο τέλος της Β΄ Λυκείου και δεν κατάφερε να περάσει την τάξη. Τα προηγούμενα χρόνια με το παλιό σύστημα των δεσμών ποσοστά του 70% έως 80% κάτω από τη βάση ήταν φυσιολογικά. Είναι στο χέρι της επιτρο­πής θεμάτων να ρυθμίσει ποσοστιαία το τελικό απο­τέλεσμα αφού είναι στην ευχέρεια της το επίπεδο των θεμάτων. Έτσι το σκαμπανέβασμα στα ποσοστά των αριστούχων ή των αποτυχόντων δεν πρέπει να μας λέει και πολλά πράγματα.


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Ελευθερία" της Καλαμάτας το 2000

Δεν υπάρχουν σχόλια: