Πέμπτη 26 Ιουνίου 2008

Εκπαίδευση και παραοικονομία

« ΟΤΑΝ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ ,
ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…»

Είναι γενικά γνωστό και παραδεκτό ότι ο Έλληνας «θέλει να μάθει το παιδί του γράμματα».Προσπαθεί ακόμα κι από το υστέρημα του, να του δώσει τα εφόδια που χρειάζεται για να μπορέσει να ανταποκριθεί με αξιώσεις , στην ολοένα και πιο ανταγωνιστική αγορά εργασίας.
Αυτά τα γνωστικά εφόδια δεν έχει καταστεί δυνατόν μέχρι τώρα να δοθούν από το δημόσιο σχολείο. Οι αδυναμίες του δημοσίου σχολείου είναι δεδομένες και η ανάγκη εξωσχολικής βοήθειας επιβεβλημένη. Παρόλα αυτά υπάρχει παραδοσιακά μια αποδοκιμασία της μη τυπικής εκπαίδευσης από το κράτος και κάθε φορά η μεταρρύθμιση που εξαγγέλλεται έχει σαν leitmotiv την εξάλειψη της επάρατης παραπαιδείας. Αξίζει λοιπόν τον κόπο να βάλουμε το δάκτυλο επί τον τύπο των ήλων και να διαπιστώσουμε τι ακριβώς είναι αυτή η παραπαιδεία .

Έξω από το πρωινό δημόσιο δωρεάν σχολείο υπάρχουν :
α) Τα οργανωμένα φροντιστήρια. Αποτελούν νόμιμες επιχειρήσεις που λειτουργούν με άδεια από το Υπουργείο Παιδείας και μέσα στα πλαίσια του υγιούς ανταγωνισμού προσφέρουν με καθηγητές μεγάλης πείρας , υψηλής ποιότητας συμπληρωματική εκπαίδευση. Είναι αυτονόητο ότι είναι υποχρεωμένες να εκδίδουν όλα τα απαραίτητα παραστατικά και να πληρώνουν φόρους ,εισφορές εργαζομένων κ.λ.π.
Ενδεικτικό της ποιότητας παροχής γνώσεων από τους επαγγελματίες φροντιστές είναι το γεγονός ότι όλα τα εξωσχολικά βοηθήματα που χρησιμοποιούνται και στα σχολεία , έχουν γραφτεί από φροντιστές. Για να μην αναφερθούμε στους σύγχρονους μπορούμε να αναφέρουμε τους παλιότερους που ουσιαστικά δημιούργησαν βιβλιογραφία , όπως ο Μανωλκίδης στην Χημεία , οι Κανέλλος και Πάλλας στα Μαθηματικά , και αργότερα οι αδελφοί Σαββάλα στην Φυσική και πολλοί άλλοι.
β) Τα Ιδιαίτερα μαθήματα . Γίνονται κατ’ οίκον από καθηγητές που μπορεί να είναι αδιόριστοι ή διορισμένοι στο δημόσιο σχολείο, ή και απασχολούμενοι με μερική απασχόληση σε φροντιστήρια ή ιδιωτικά σχολεία. Σε όλες τις περιπτώσεις πρόκειται για μια κραυγαλέα περίπτωση παραοικονομίας. Το επιπλέον στοιχείο που έχει ενδιαφέρον είναι ότι αποτελεί και ποινικό αδίκημα για τους δημοσίους υπαλλήλους – καθηγητές οι οποίοι με βάση το άρθρο 16 και την παράγραφο 9 του άρθρου 13 του Νόμου 1566/85, απαγορεύεται ρητά να παραδίδουν μαθήματα με ή χωρίς αμοιβή.
Ποια όμως είναι η πραγματικότητα; Πάρα πολλοί καθηγητές του δημόσιου σχολείου με το δέλεαρ της προφορικής βαθμολογίας φτάνουν στο σημείο να εκβιάζουν έμμεσα γονείς και μαθητές και να δημιουργούν μια «πελατεία» με εξασφαλισμένη εχεμύθεια και το κυριότερο με την αίσθηση ότι δεν γίνεται και κάτι κακό. Απλώς προσφέρουν στον μαθητή επ’ αμοιβή το απόγευμα ,αυτά που θα έπρεπε να του παρέχουν δωρεάν το πρωί.
γ) Κρατικό φροντιστήριο. Το κράτος , αναγνωρίζοντας την αδυναμία του δημόσιου σχολείου να καλύψει τις μαθησιακές ανάγκες , δημιούργησε και συντηρεί προγράμματα ενισχυτικής διδασκαλίας και πρόσθετης διδακτικής στήριξης που λειτουργούν απογεύματα. Δεν θα αναφερθούμε επί της ουσίας , δηλαδή στην ποιότητα αυτού του είδους της παρεχόμενης εκπαίδευσης . Αρκεί η απαξιωτική γνώμη των ίδιων των μαθητών. Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι το γεγονός ότι το ίδιο το κράτος που κατηγορεί τα φροντιστήρια και ομνύει στην κατάργηση τους , στήνει κρατικά φροντιστήρια αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητά τους . Η λογική του παραλόγου σε όλο της το μεγαλείο.
Το πρόγραμμα αυτό χρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και είχε σαν όρο να υλοποιείται σε ένα ποσοστό από το δημόσιο και το υπόλοιπο από ιδιωτικούς φορείς. Στην πράξη αυτό παρακάμφθηκε με την εποχιακή πρόσληψη μερικών αδιόριστων καθηγητών. Το αίτημα της Ομοσπονδίας Εκπαιδευτικών Φροντιστών Ελλάδος (Ο.Ε.Φ.Ε.) να δοθούν αυτά τα χρήματα με μορφή κουπονιών στους γονείς , ώστε να αποφασίσουν ελεύθερα ποιον προτιμούν για δάσκαλο των παιδιών τους, φυσικά απορρίφθηκε.
Πως είναι λοιπόν δυνατόν σε μια ανοικτή κοινωνία γνώσης και ελευθερίας της διδασκαλίας , το οργανωμένο φροντιστήριο να θεωρείται εκπαιδευτική παρέκκλιση, την στιγμή που το κράτος αποδέχεται μορφές πρόσθετης βοήθειας ποιοτικά μη συγκρίσιμες με αυτό , και αποσιωπά προκλητικά την παρανομία των δημοσίων υπαλλήλων;
Οι ιδιωτικές εκπαιδευτικές δαπάνες των ελληνικών οικογενειών αποτελούν ένα πολύ σημαντικό ποσοστό του οικογενειακού προϋπολογισμού που κυμαίνεται τα τελευταία χρόνια από 1,6% έως 2,4% και μας κατατάσσει πρώτους με υπερτετραπλάσια ποσοστά του μέσου όρου , μεταξύ των χωρών της Ε.Ε.
Η ετήσια έρευνα της Ι.C.Α.Ρ. προσδιορίζει το ποσό σε 1,8 δις ευρώ ετησίως με την επισήμανση ότι ένα πολύ σημαντικό μέρος των δαπανών αυτών γίνεται χωρίς παραστατικά, φόρους και εισφορές.

Η έρευνα του Ι.Ν.Ε. της Γ.Σ.Ε.Σ. για την εκπαιδευτική παραοικονομία (Φεβρουάριος 2005) έδειξε ανά νομό τα παρακάτω στοιχεία:

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ ΕΤΗΣΙΩΣ
Φροντιστήρια : 162.030.000 €

Ιδιαίτερα : 405.075.000 €

"Σύμφωνα με την ICAP τα ποσά είναι σχεδόν διπλάσια"

Πέρα από το γεγονός ότι πολλές έρευνες αμφισβητούν τα ιδιαίτερα μαθήματα ως προς την παιδαγωγική και μαθησιακή τους αποτελεσματικότητα , η έκταση του φαινόμενου έχει ανησυχήσει τους ιθύνοντες αλλά και όλους τους φορείς που νομίμως παρέχουν εκπαιδευτικές υπηρεσίες. Ο αθέμιτος ανταγωνισμός της
«μαύρης παιδείας» προσδιορίζεται στο 30% των μαθητών της δευτεροβάθμιας και σε απροσδιόριστα υψηλό ποσοστό μαθητών που καταφεύγουν σε μη νόμιμες υπηρεσίες για την εκμάθηση ξένων γλωσσών. Αν σε όλα αυτά προστεθεί και το γεγονός ότι η εκπαιδευτική αυτή παραοικονομία ασκείται άνευ ελέγχου και πιστοποίησης , με αποτέλεσμα να διδάσκουν Αγγλικά άνθρωποι χωρίς επάρκεια ή Ελληνικά και Μαθηματικά άνθρωποι χωρίς πτυχίο, προβάλλει αδήριτη η ανάγκη ρεαλιστικών λύσεων νομιμότητας.
Το φαινόμενο μπορεί να περιορισθεί αν η συντεταγμένη πολιτεία θεσπίσει και ενεργοποιήσει άμεσα :
• Κίνητρα φοροαπαλλαγής για τους γονείς των μαθητών που κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα με την κατάθεση νόμιμων παραστατικών.
• Εκστρατεία ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των συναλλασσόμενων, με αμοιβαία την ωφέλεια , καθώς στο χώρο της εκπαιδευτικής παραοικονομίας είναι εγκλωβισμένοι χιλιάδες καθηγητές οι οποίοι αναζητούν ασφάλιση εναγωνίως από παράπλευρες ενασχολήσεις ως ωρομίσθιοι, ως αναπληρωτές και στα φροντιστήρια.
• Ενεργοποίηση του θεσμικού πλαισίου που απαγορεύει ρητά την «μαύρη παιδεία» εκείνων που παρανομούν και στρατολογούν την πελατεία τους με το δέλεαρ της προφορικής και γραπτής βαθμολογίας.
Η παθογένεια της εκπαίδευσης στην Ελλάδα είναι γνωστή σε όλους. Η έκταση του φαινομένου ίσως δεν έχει γίνει αντιληπτή από το ευρύ κοινό λόγω της διασποράς του. Σε άρθρο του στο Βήμα της Κυριακής 23ης Ιουλίου 2006 ο Γιάννης Μαρίνος καταθέτει χωρίς περιστροφές τις απόψεις του για τους εκπαιδευτικούς µας παραλογισμούς. Αφού διαπιστώνει μια γενική συνωμοσία σιωπής για τα παράνομα ιδιαίτερα μαθήματα διερωτάται: «Σε τι διαφέρει το περιβόητο φακελάκι των γιατρών από το ιδιαίτερο μάθημα του καθηγητή προς τον μαθητή που είναι και δάσκαλός του στο σχολείο και που αναπόφευκτα παρέχει υψηλότερους βαθμούς µε άνομο χρηματικό αντάλλαγμα;»
Το ερώτημα είναι: Γιατί αυτή η συνωμοσία σιωπής ;


Δημοσιευτηκε στην ενημερωτική εκδοση του Επιμελητηρίου Μεσσηνία "Επιχειρώ" τον Άυγουστο του 2007