Δευτέρα 21 Μαρτίου 2016

Ανάμεσα στην ύπαρξη και την μη ύπαρξη


Ο χοντρός δίπλα πιάνει δυο θέσεις στο μεταλλικό καναπέ και δεν χωράει άλλος.  Περνά η νοσοκόμα της βραχείας. Την ρωτά.  Κάνα νέο; Τίποτα ε… συμπεραίνει απ’ την μη απάντηση της.
-Συγγνώμη κύριοι χρειάζομαι 90 λεπτά για να συμπληρώσω να πάρω  φάρμακα για την ψυχολογία. Τώρα βγήκα απ’ την ψυχιατρική.
- Δεν έχω ρε φίλε. Τι να σου πω. Άνεργος είμαι κι εγώ, κάνε μια βόλτα από κει μήπως βρεις κανέναν.
Η τηλεόραση παίζει αδιαφορώντας για τον ανθρώπινο πόνο.  Ένα τρέιλερ γράφει κάτι για το νέο ένφια.
-Αφροδίτη κάνα νέο; Επιμένει ο χοντρός. Αυτή τη φορά απαντά η νοσοκόμα.
-Δεν έχουμε νέο.
-Σε καμιά ώρα ε;
-Δεν σου πα εγώ;  Αυτοί φεύγουνε στις δύο.
-Ο αιματοκρίτης του είναι καλός. Για να δω την ακτινογραφία. Να του κόψουμε το αντιυπερτασικό. Κατουράει καλά;
-Τι γιατροί είναι αυτοί; Ορθοπεδικοί;
- Όχι, παθολόγοι.
-Ααα…
-Ζαλίζεσαι όταν σηκώνεσαι;
-Πάρτου την πίεση. Πονάς πολύ;
-Ποναω. Δεν μπορώ ν’ ανοίξω το στόμα μου, περιμένω  δω χάμου απ’ το πρωί. Με είδε ο χειρούργος νωρίτερα. Με ξεσκόνισε. Μου πε θα κάτσεις μέσα. Μου ‘κανε εξετάσεις, αίμα ούρα.
- Έκανες ακτίνες;
-Έκανα αξονική. Δεν είναι τίποτα. Τα νεύρα είναι. Με το κοπάνημα με τίναξε. Μου δώσανε ένα λονα, πως το λένε,  λοναρίντ.  Δεν είναι τίποτα. Φχαριστώ φίλε.
-Καρδιολογική πάω. Ο γιατρός δεν μπήκε μέσα. Απ’ την πόρτα μου μίλαγε.  Θα βγούμε το μεσημέρι.
- Συγγνώμη να περάσω.
-Δεν πιστεύω να σου γύρισε τα μυαλά η μάνα σου και να νομίζεις ότι θα πάρει τ’ όνομα του πατέρα σου.  Τώρα σε θυμηθήκανε.  Ρε τι άνθρωποι είναι.  Ρε το ψέμα  έχει γεννηθεί για δαύτους. Το ξανασκέφτηκες αυτό που σου πα;  Εγώ, άμα βγούμε από δω μέσα, θα πάω να κλείσω  ταβέρνα κι ας έρθει όποιος θέλει. Τους είπες ποιος θα το βαφτίσει;
- Πιστεύω να μην κολλήσουμε τίποτα εδώ μέσα.
-Εγώ σου πα να μην έρθεις.

Δημοσιεύτηκε stinpressa.blogspot.gr  στις 20 - 3 -2016

Τρίτη 8 Μαρτίου 2016

Εμένα θα μου πεις;

Εμένα θα μου πεις για φτώχεια; Εγώ την φτώχεια την ξέρω καλύτερα απ’ όλους.  Εγώ θα σου πω τι πα να πει φτώχεια.
Οι λέξεις, σφαίρες πολυβόλου, έπεφταν πάνω στη γυφτισσούλα που τσουλώντας ένα καρότσι και κρατώντας απ’ το χέρι ένα μικρό ξυπόλητο με τη μύξα να τρέχει απ’ το ένα ρουθούνι, άκουγε σωπαίνοντας το δίδαγμα. Ποιος ξέρει τι είχε τολμήσει να πει, ζητώντας ελεημοσύνη από την αντρογυναίκα, που με φορτωμένο το παπί σακούλες απ’ την λαϊκή, έκλεινε την αυλόπορτα που οδηγούσε στον κήπο της κι ετοιμαζόταν να φύγει. Μα αφού έβαλε τα πράματα στη θέση τους, ήρθε η ώρα να δείξει τη μεγαλοσύνη της.  Ξαναμπήκε στην αυλή, μάζεψε κανα δυό  λεμόνια πεσμένα στο χώμα·  μην πάνε χαμένα, για την γύφτισα καλά είναι,  έκοψε και άλλα δυο από το δέντρο και γύρισε να της τα δώσει, έχοντας την αίσθηση ότι εκτέλεσε την καλή της πράξη του Σαββατοκύριακου κι ο παράδεισος την περιμένει.
Αν της έλεγε κάποιος ότι ο ικέτης είναι ιερό πρόσωπο, πιθανόν να μην καταλάβαινε λόγω αδυναμίας να μεταφράσει τη λέξη ικέτης στα δικά της ελληνικά των διακοσίων λέξεων.
Θυμήθηκα που μου ‘λεγε η μάνα μου για κείνο το σκληρό χειμώνα του 42 που η πείνα έφτασε στο απροχώρητο κι αναζητούσαν οτιδήποτε μπορούσε να φαγωθεί. Και πήγαιναν παρακαλώντας για λίγες λαχανίδες  στα περβόλια (οι Καλαματιανοί ξέρουν που ήταν και ακόμα παραμένει το όνομα για την περιοχή). Αν δεν έπεφταν πάνω τους τα σκυλιά που άφηναν ελεύθερα οι μπαξεβάνηδες, στην καλύτερη περίπτωση ένα μάτσο φύλλα πεσμένα στο χώμα ήταν το αποτέλεσμα.
Δεν έχουν αλλάξει και πολλά έκτοτε.

Δημοσιεύτηκε στο:    stinpressa.blogspot.gr  στις 8-3-2016